Απόκρυψη
38:0
38:2
38:9
38:11
38:12
38:13
38:14
38:18
38:19
38:20
38:22
38:24
38:26
38:29
38:30
38:32
38:34
38:35
38:38
38:40
Το Κεφάλαιο 42 
42:0
42:1
42:4
42:6
42:9
42:11
42:13
42:14
42:15
42:17
Ο Θεός δείχνει στον Ιώβ την άγνοιά του
Τότε ο Θεός απάντησε στον Ιώβ μέσα από τον ανεμοστρόβιλο:
Ποιος είσ’ εσύ, που τα δικά μου σχέδια αμφισβητείς; γιατί μιλάς για πράγματα που δεν καταλαβαίνεις;
Σαν άντρας τώρα, ετοιμάσου· εμπρός! Εγώ θα σε ρωτάω κι εσύ θα μου αποκρίνεσαι:
Πού ήσουν εσύ, όταν εγώ θεμέλιωνα τη γη; Πες μου το αν το γνωρίζεις.
Ξέρεις ποιος όρισε τις διαστάσεις της; Ποιος τέντωσε σκοινί να τη μετρήσει;
Πάνω σε τι στηρίγματα μπήκαν τα θέμελά της ή ποιος της τοποθέτησε το γωνιακό λιθάρι;
Τότε όλα τ’ άστρα της αυγής μαζί τραγούδαγαν, και σκόρπιζαν κραυγές χαράς όλα τα ουράνια όντα.
Ποιος περιόρισε τη θάλασσα με πύλες, σαν πρόβαλε απ’ τα μητρικά σπλάχνα της γης μ’ ορμή;
Εγώ την έντυσα με σύννεφα και τη σπαργάνωσα με ομίχλη.
Όρια της χάραξα, την κράτησα πίσω από πύλες κλειδαμπαρωμένες.
Της είπα: «Ως εδώ θα ’ρχεσαι· ούτε γραμμή πιο πέρα! Εδώ θα σπάζουν τα περήφανά σου κύματα».
Μες στη ζωή σου πρόσταξες ποτέ τη μέρα να φανεί; ή μήπως είπες στην αυγή πού να προβάλει;
να πιάσει από τις άκρες της τη γη, να την τινάξει κι οι ασεβείς να σκορπιστούνε;
Στο φως της μέρας τα βουνά κι οι λαγκαδιές προβάλλουν σαν τις πτυχές μιας φορεσιάς.
Αλλά στο φως των ασεβών τα έργα δεν ευδοκιμούν· και κάθε χέρι που υψωνόταν βίαιο θα πέσει συντριμμένο.
Μήπως προχώρησες ως τις πηγές της θάλασσας; ή μήπως εξερεύνησες τα βάθη της αβύσσου;
Σου έδειξε ποτέ κανείς τις πύλες του θανάτου; ήσουν εκεί απ’ όπου ξεκινά σκοτάδι αιώνιο;
Ξέρεις αλήθεια ως ποιο σημείο εκτείνεται η γη; Απάντησέ μου αν όλ’ αυτά τα ξέρεις.
Ξέρεις το δρόμο για να φτάσεις στην κατοικία του φωτός; και ξέρεις το σκοτάδι πού φωλιάζει;
Μπορείς τα δυο τους στου δρόμου τους το τέλος να τα πας, και πάλι πίσω στην κατοικία τους να τα φέρεις;
Το ξέρεις, βέβαια, γιατί ήσουν τότε γεννημένος, και φτάνουν σ’ αριθμό μεγάλο οι μέρες σου!
Μπήκες ποτέ σου εκεί, το χιόνι που σωρεύεται; είδες ποτέ τον τόπο που το χαλάζι αποθηκεύεται;
Όλα αυτά τα ’χω φυλαγμένα για της ανάγκης τους καιρούς για τις μέρες της μάχης και του πολέμου.
Ξέρεις το δρόμο για να πας εκεί που ο ήλιος ανατέλλει, εκεί απ’ όπου έρχεται ζεστός ο άνεμος, ο ανατολικός;
Ποιος άνοιξε αυλάκια για να πέφτει η μπόρα; ποιος δρόμο χάραξε στα νέφη που βροντούν;
Ποιος προκαλεί βροχή στην άδεια στέπα, στην έρημο, που δεν υπάρχουν άνθρωποι;
Ποιος τη στεγνή, τη διψασμένη γη ποτίζει, και κάνει να φυτρώνει το χορτάρι;
Έχει η βροχή πατέρα; ποιος γέννησε τις στάλες της δροσιάς;
Από ποιανού τα σπλάχνα βγήκε ο πάγος; την πάχνη ποιος τη γέννησε;
Αυτά κάνουν τα ύδατα σαν πέτρα να σκληραίνουν και να παγώνει η επιφάνεια της θάλασσας.
Μπορείς όλες μαζί να δέσεις τις Πλειάδες; να χαλαρώσεις τις χορδές του Ωρίωνα;
Μπορείς να κάνεις να φανούν τα Ζώδια στον καιρό τους και τη Μεγάλη Άρκτο να οδηγήσεις μ’ όλα της τα μικρά;
Ξέρεις τους νόμους που κυβερνούν τους ουρανούς; ή, μπορείς και στη γη να τους κάνεις να ισχύουν;
Αν με κραυγές τα σύννεφα προστάξεις, θα ρίξουν τάχα τη βροχή τους πάνω σου;
Μπορείς τις αστραπές κάτω στη γη να τις εξακοντίσεις; Αν τις καλέσεις, απαντούν στις προσταγές σου;
Ποιος λέει στην ίβιδα ίβιδα. πότε θα πλημμυρίσει ο Νείλος; Πότε θα ξημερώσει, ποιος το λέει στον πετεινό;
Ποιος είναι αρκετά σοφός τα νέφη να μετρήσει, τις στάμνες τ’ ουρανού να γείρει για ν’ αδειάσουν,
όταν οι χωματένιοι σβώλοι ενώνονται και γίνεται η γη σκληρή και συμπαγής;
Μήπως βρίσκεις εσύ της λέαινας τη λεία; Μήπως εσύ χορταίνεις τα λιονταρόπουλα,
σαν κρύβονται μες στις σπηλιές τους κι όταν παραμονεύουν στα λημέρια τους;
Του κόρακα, ποιος του ετοιμάζει την τροφή του, όταν φωνάζουν τα μικρά του στο Θεό και τριγυρνάνε πεινασμένα;
Ο Ιώβ υποτάσσεται στο Θεό
Τότε αποκρίθηκε ο Ιώβ στον Κύριο:
«Ξέρω πως τίποτα για σε δεν είν’ αδύνατο κι όλα όσα στοχάζεσαι μπορείς και να τα πράξεις.
Ρωτάς ποιος είμαι που τολμώ ν’ αμφισβητώ τα σχέδιά σου, καθώς για πράγματα μιλώ που δεν καταλαβαίνω. Αλήθεια, μίλησα για πράγματα που δεν τα καταλάβαινα, πολύ μεγάλα, θαυμαστά κι ασύλληπτα για μένα.
Μου ζητάς πρώτα να σ’ ακούσω όσο μιλάς κι ύστερα ν’ απαντήσω εγώ στις ερωτήσεις σου.
Τότε σε γνώριζα μονάχα απ’ όσα είχα για σένα ακουστά· μα τώρα με τα μάτια μου σε είδα.
Γι’ αυτό, ανακαλώ τα όσα είπα και ντρέπομαι γι’ αυτά. Μέσα στο χώμα και στη στάχτη ταπεινώνομαι».
Αποδοχή του Ιώβ από τον Θεό
Όταν ο Κύριος έπαψε να μιλάει με τον Ιώβ, είπε στον Ελιφάζ τον Ταιμανίτη: «Θύμωσα πολύ μ’ εσένα και με τους δύο φίλους σου, γιατί δε μιλήσατε σωστά για μένα, όπως ο δούλος μου ο Ιώβ.
Τώρα λοιπόν πάρτε εφτά μοσχάρια και εφτά κριάρια και πηγαίνετε να βρείτε το δούλο μου τον Ιώβ και να τα προσφέρετε ολοκαύτωμα για την ενοχή σας. Να προσευχηθεί για σας ο δούλος μου ο Ιώβ κι εγώ θα δεχτώ με ευμένεια την προσευχή του και δε θα σας μεταχειριστώ κατά πώς ταιριάζει στην αφροσύνη σας».
Τότε ο Ελιφάζ ο Ταιμανίτης, ο Βιλδάδ ο Σουχίτης και ο Σωχάρ ο Νααμαθίτης έφυγαν καί έκαναν όπως τους είπε ο Κύριος. Και ο Κύριος δέχτηκε με ευμένεια την προσευχή του Ιώβ.
Αποκατάσταση της ευδαιμονίας του Ιώβ
Όταν ο Ιώβ προσευχήθηκε για τους φίλους του, ο Κύριος του έδωσε πάλι πλούτη, και μάλιστα διπλάσια απ’ όσα είχε πριν.
Τότε τον επισκέφθηκαν όλοι οι αδερφοί του κι οι αδερφές του και όλοι οι παλιοί του γνώριμοι. Καθώς έτρωγαν στο σπίτι του μαζί του, του έδειξαν πως συμμετέχουν στον πόνο του και τον παρηγόρησαν για όλες τις δυστυχίες που του είχε στείλει ο Κύριος. Και ο καθένας τους του χάρισε ένα νόμισμα και ένα χρυσό δαχτυλίδι.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Κύριος ευλόγησε τον Ιώβ περισσότερο από πριν. Έτσι ο Ιώβ απέκτησε δεκατέσσερις χιλιάδες πρόβατα και έξι χιλιάδες καμήλες, χίλια ζευγάρια βόδια καί χίλια γαϊδούρια.
Απέκτησε ακόμα εφτά γιους και τρεις θυγατέρες.
Την πρώτη την ονόμασε Ιεμιμά (Περιστέρα), τη δεύτερη Κεσία (Κανελλολούλουδο) και την τρίτη Κέρεν-Αππούχ (Θήκη Καλλυντικών).
Σε κανένα μέρος της γης δεν υπήρχαν τόσο ωραίες γυναίκες, σαν τις κόρες του Ιώβ. Ο πατέρας τους τούς έδωσε κληρονομικό μερίδιο όπως και στους αδερφούς τους.
Μετά απ’ αυτά τα γεγονότα ο Ιώβ έζησε εκατόν σαράντα χρόνια, και είδε τα παιδιά του και τα παιδιά των παιδιών του, τέσσερις γενιές.
Πέθανε μακροήμερος σε βαθιά γεράματα.
Толкования стиха Скопировать ссылку Скопировать текст Προσθήκη στα αγαπημένα
Библ. энциклопедия Библейский словарь Словарь библ. образов Практическая симфония
Цитата из Библии каждое утро
TG: t.me/azbible
Viber: vb.me/azbible