Скрыть
3:0
3:2
3:3
3:4
3:6
3:7
3:8
3:11
3:13
3:14
3:19
3:20
3:21
3:22
3:23
3:24
3:25
3:26
3:27
3:28
3:29
3:30
3:31
3:32
3:33
3:34
3:35
3:36
3:37
3:38
3:39
3:40
3:41
3:42
3:43
3:44
3:45
3:46
3:47
3:48
3:49
3:50
3:51
3:52
3:53
3:54
3:55
3:56
3:57
3:58
3:59
3:60
3:61
3:62
3:63
3:64
3:65
3:66
3:67
3:68
3:69
3:70
3:71
3:72
3:73
3:74
3:75
3:76
3:77
3:78
3:79
3:80
3:81
3:82
3:83
3:84
3:85
3:86
3:87
3:88
3:89
3:90
3:91
3:97
3:98
3:99
Οι φίλοι του Δανιήλ αρνούνται να προδώσουν την πίστη τους
Ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ κατασκεύασε ένα χρυσό άγαλμα εξήντα πήχεις ύψος και έξι πήχεις πλάτος και το έστησε στην πεδιάδα Δουρά της επαρχίας της Βαβυλώνας.
Μετά έστειλε και συγκέντρωσε όλους τους σατράπες, τους διοικητές, τους νομάρχες, τους συμβούλους, τους ταμίες, τους δικαστές, τους δημόσιους υπαλλήλους και τους κυβερνήτες των επαρχιών, να παρευρεθούν στα εγκαίνια του αγάλματος που ο ίδιος είχε στήσει.
Συγκεντρώθηκαν, λοιπόν, όλοι αυτοί στα εγκαίνια του αγάλματος, και στάθηκαν μπροστά σ’ αυτό.
Τότε ο κήρυκας φώναξε δυνατά: «Σ’ εσάς άνθρωποι κάθε λαού, εθνότητας και γλώσσας, δίνεται η διαταγή:
Όταν ακούσετε τον ήχο της σάλπιγγας, της φλογέρας, της κιθάρας, της άρπας, του ψαλτηρίου, του λαγούτου και των άλλων μουσικών οργάνων, τότε να πέσετε και να προσκυνήσετε το χρυσό άγαλμα, που έστησε ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ.
Όποιος δεν πέσει να το προσκυνήσει, θα ριχτεί αμέσως στο φλογερό καμίνι».
Γι’ αυτό, μόλις άκουσαν όλοι οι λαοί τον ήχο της σάλπιγγας, της φλογέρας, της κιθάρας, της άρπας, του ψαλτηρίου και των άλλων μουσικών οργάνων, προσκύνησαν το χρυσό άγαλμα, που είχε στήσει ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ.
Αμέσως μετά, έτρεξαν μερικοί Βαβυλώνιοι και κατηγόρησαν τους Ιουδαίους
στο βασιλιά Ναβουχοδονόσορ: «Μακάρι να ζεις αιώνια, βασιλιά!» του είπαν.
«Εσύ έδωσες διαταγή, κάθε άνθρωπος που θ’ ακούσει τον ήχο της σάλπιγγας, της φλογέρας, της κιθάρας, της άρπας, του ψαλτηρίου, του λαγούτου και των άλλων μουσικών οργάνων, να πέσει και να προσκυνήσει το χρυσό άγαλμα.
Κι όποιος δεν πέσει να προσκυνήσει, διέταξες να ριχτεί στο κέντρο του φλογερού καμινιού.
Υπάρχουν όμως κάτι Ιουδαίοι, που εσύ τους έχεις διορίσει σε διοικητικές θέσεις της επαρχίας της Βαβυλώνας, ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβέδ-Νεγώ. Αυτοί οι άνθρωποι δεν έδωσαν καμιά σημασία στη διαταγή σου, βασιλιά· τους θεούς σου δεν τους λατρεύουν και το χρυσό άγαλμα που έστησες δεν το προσκυνούν».
Τότε ο Ναβουχοδονόσορ με θυμό και μανία διέταξε να του φέρουν μπροστά του το Σεδράχ, το Μισάχ και τον Αβέδ-Νεγώ. Όταν τους έφεραν,
τους ρώτησε: «Είν’ αλήθεια, Σεδράχ, Μισάχ και Αβέδ-Νεγώ, ότι δε λατρεύετε τους θεούς μου και δεν προσκυνάτε το χρυσό άγαλμα που έστησα;
Τώρα, λοιπόν, να είστε έτοιμοι, όταν θ’ ακούσετε τον ήχο της σάλπιγγας, της φλογέρας, της κιθάρας, της άρπας, του ψαλτηρίου, του λαγούτου, και των άλλων μουσικών οργάνων, να πέσετε και να προσκυνήσετε το άγαλμα που κατασκεύασα. Αν δεν προσκυνήσετε, θα ριχτείτε στο κέντρο του φλογερού καμινιού· και να δω τότε, ποιος θεός θα σας γλιτώσει από την εξουσία μου!»
Ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβέδ-Νεγώ απάντησαν στο Ναβουχοδονόσορ: «Βασιλιά, εμείς δεν έχουμε ανάγκη να προβάλουμε καμιά δικαιολογία.
Αν μας συμβεί κάτι τέτοιο, ο Θεός, που εμείς λατρεύουμε, μπορεί να μας βγάλει από το φλογερό καμίνι και να μας γλιτώσει έτσι από την εξουσία σου.
Αλλά κι αν αυτό δε γίνει, πρέπει να ξέρεις, βασιλιά, ότι εμείς τους θεούς σου δεν τους λατρεύουμε και το χρυσό άγαλμα που έστησες δεν το προσκυνάμε».
Τότε ο Ναβουχοδονόσορ θύμωσε πολύ εναντίον του Σεδράχ, του Μισάχ και του Αβέδ-Νεγώ και η όψη του αλλοιώθηκε. Αμέσως διέταξε να κάψουν το καμίνι εφτά φορές περισσότερο απ’ ό,τι χρειαζόταν.
Μετά διέταξε μερικούς από τους πιο ισχυρούς άντρες του στρατού του να δέσουν το Σεδράχ, το Μισάχ και τον Αβέδ-Νεγώ και να τους ρίξουν στο καμίνι που φλεγόταν.
Οι τρεις άντρες δέθηκαν όπως ήταν, φορώντας τους χιτώνες τους, τις τιάρες τους και τ’ άλλα ρούχα τους και ρίχτηκαν στο κέντρο του φλογερού καμινιού.
Η διαταγή του βασιλιά ήταν αυστηρή και το καμίνι είχε πυρωθεί υπερβολικά, τόσο που οι φλόγες έκαψαν τους στρατιώτες, που οδηγούσαν το Σεδράχ, το Μισάχ και τον Αβέδ-Νεγώ.
Έτσι οι τρεις άντρες ρίχτηκαν δεμένοι στο κέντρο της φωτιάς.
ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΖΑΡΙΑ
Οι τρεις άντρες (ο Ανανίας, ο Αζαρίας και ο Μισαήλ) περπατούσαν ανάμεσα στις φλόγες και έψαλλαν διάφορους ύμνους δοξολογώντας τον Κύριο το Θεό.
Σε μια στιγμή ο Αζαρίας στάθηκε και προσευχήθηκε εκεί μες στη φωτιά μ’ αυτά τα λόγια:
«Δοξασμένος είσαι Κύριε, Θεέ των προγόνων μας και άξιος να εξυμνείσαι! Δοξασμένο είναι τ’ όνομά σου για πάντα!
Είσαι δίκαιος ό,τι κι αν έκανες εναντίον μας. Όλες οι πράξεις και οι αποφάσεις σου είναι γνήσιες και οι τρόποι που ενεργείς άδολοι.
Αλήθεια, είσαι αμερόληπτος. Όλες οι τιμωρίες που έφερες ενάντια σ’ εμάς και στην Ιερουσαλήμ, την άγια πόλη των προγόνων μας, ήταν αντίστοιχες με τις αμαρτίες μας, σύμφωνα με τη δίκαιη κρίση σου.
Αμαρτήσαμε, πράγματι, και ανομήσαμε, γιατί απομακρυνθήκαμε από σένα· αμαρτήσαμε σε κάθε μας εκδήλωση και δεν υπακούσαμε στις εντολές σου·
δεν τις τηρήσαμε ούτε κάναμε όπως μας διάταξες για να ευτυχήσουμε.
Όλα τα δεινά που έφερες εναντίον μας και οι τιμωρίες σου ήταν αποτέλεσμα της δίκαιης κρίσης σου.
Μας παρέδωσες στην εξουσία σκληρών εχθρών, που δε σέβονται το νόμο σου και μάλιστα στον πιο άδικο και πονηρό βασιλιά όλης της γης.
»Τώρα δεν μπορούμε να πούμε το παράπονό μας ούτε να υποφέρουμε την ντροπή και τον εξευτελισμό, που προκλήθηκε σ’ εμάς που εξακολουθούμε να είμαστε δούλοι σου και να σε σεβόμαστε.
Χάρη στο όνομά σου μη μας αποξεχάσεις και μη διαλύσεις τη διαθήκη σου μαζί μας·
μην πάρεις το έλεός σου από μας, για χάρη του Αβραάμ, του αγαπημένου σου, του Ισαάκ του δούλου σου και του Ισραήλ, του εκλεκτού σου.
Εσύ τους υποσχέθηκες ότι θα πολλαπλασιάσεις τους απογόνους τους σαν τ’ αστέρια του ουρανού και σαν την άμμο στην ακρογιαλιά.
Τώρα όμως, Κύριε, έχουμε γίνει λιγότεροι απ’ όλα τα άλλα έθνη κι έχουμε ταπεινωθεί σήμερα στα μάτια όλου του κόσμου εξαιτίας των αμαρτιών μας.
Σήμερα δεν έχουμε άρχοντα, προφήτη ή αρχηγό· δεν γίνονται πια ολοκαυτώματα ούτε θυσίες ούτε προσφορές ή θυμιάματα· δεν υπάρχει τόπος ιερός να σου προσφέρουμε θυσία και να μας δώσεις τη συγγνώμη σου.
»Δέξου, όμως, τη συντριμμένη μας ψυχή και το ταπεινό μας πνεύμα, όπως θα δεχόσουν τα ολοκαυτώματα των κριαριών και των ταύρων ή τις μυριάδες τα παχιά αρνιά.
Αυτό είναι το μόνο που μπορούμε να σου προσφέρουμε σήμερα και μακάρι να συμφιλιωθούμε μαζί σου. Πράγματι, δε θα ντροπιαστούν εκείνοι που στηρίζουν την πεποίθησή τους σ’ εσένα.
Τώρα εμείς σε ακολουθούμε μ’ όλη μας την καρδιά, σε σεβόμαστε και σε αποζητάμε. Μη μας ντροπιάσεις.
Μεταχειρίσου μας σύμφωνα με τη φιλανθρωπία σου και τη μεγάλη σου ευσπλαχνία.
Ελευθέρωσέ μας, όπως παλιά, με τις θαυμαστές σου ενέργειες και δόξασε το όνομά σου, Κύριε.
Ας ντροπιαστούν όλοι αυτοί που κάνουν κακό στους δούλους σου κι ας εξευτελιστούν χάνοντας κάθε δύναμη και εξουσία· ας συντριφθεί η δύναμή τους.
Ας γνωρίσουν ότι εσύ, Κύριε, είσαι ο μόνος Θεός και είσαι δοξασμένος σ’ όλη την οικουμένη».
ΥΜΝΟΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΠΑΙΔΩΝ
Οι υπηρέτες του βασιλιά, που έβαλαν στο καμίνι (τους τρεις φίλους του Δανιήλ), δε σταματούσαν να καίνε το καμίνι με νάφθα, πίσσα και στουπιά και με άφθονα ξερά κλήματα.
Οι φλόγες ξεπηδούσαν ως απάνω από το καμίνι μέχρι σαράντα εννέασαράντα εννέα. πήχεις,
τόσο, που πέρασαν κι έκαψαν όσους ήταν γύρω από το καμίνι εκείνο των Βαβυλωνίων.
Αλλά μαζί με τους συντρόφους του Αζαρία μπήκε στο καμίνι και ο άγγελος του Κυρίου. Παραμέρισε τις φλόγες
και μετέβαλε το κέντρο του καμινιού σε δροσερή περιοχή, σαν να την είχε φυσήξει δροσερή αύρα. Η φωτιά ούτε που τους άγγιξε· δε φοβήθηκαν ούτε υπέφεραν το παραμικρό.
Τότε οι τρεις νέοι μ’ ένα στόμα άρχισαν να υμνολογούν, να δοξάζουν και να ευλογούν το Θεό μέσα στο καμίνι, μ’ αυτά τα λόγια:
«Δοξασμένος είσαι Κύριε, Θεέ των προγόνων μας! Αξίζει να σε υμνούν και να σε δοξολογούν για πάντα. Δοξασμένο το άγιο, το ένδοξο όνομά σου! Αξίζει να το υμνούν και να το δοξολογούν για πάντα.
Δοξασμένος είσαι στον άγιο, στον ένδοξο ναό σου! Αξίζει να σε υμνούν και να σε δοξάζουν για πάντα.
Δοξασμένος είσαι εσύ που επιβλέπεις στις αβύσσους και κάθεσαι πάνω στα χερουβίμ! Αξίζει να σε υμνούν και να σε δοξολογούν για πάντα.
Δοξασμένος είσαι πάνω στο θρόνο της βασιλείας σου! Αξίζει να σε υμνούν και να σε δοξολογούν για πάντα.
Δοξασμένος είσαι στο στερέωμα του ουρανού! Σε εξυμνούμε και σε δοξάζουμε για πάντα.
»Δοξάστε τον Κύριο όλα εσείς τα δημιουργήματά του· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο ουρανοί· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο εσείς οι άγγελοί του· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο όλα τα νερά που είστε πάνω από τον ουρανό· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
»Δοξάστε τον Κύριο όλες οι δυνάμεις· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο ήλιε και φεγγάρι· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο αστέρια του ουρανού· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο εσείς βροχή και δροσιά· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο όλοι οι άνεμοι· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο εσείς φωτιά και καύσωνας· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο εσείς το κρύο και η λάβα· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο εσείς δροσιές και οι χιονονιφάδες· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο εσείς παγετώνες και ψύχος· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο ομίχλες και χιόνια· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο εσείς οι νύχτες και οι μέρες· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο εσείς το φως και το σκοτάδι· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο αστραπές και σύννεφα· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
»Δόξασε τον Κύριο γη· εξύμνησε κι εξύψωσέ τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο, όρη και βουνά· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο όλα όσα φυτρώνετε στη γη· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο πηγές· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο θάλασσες και ποταμοί· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο μεγάλα ψάρια και καθετί που κολυμπάει στα νερά· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο, όλα τα πουλιά στον ουρανό· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο, όλα τα θηρία και τα κτήνη· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
»Δοξάστε τον Κύριο, εσείς οι άνθρωποι· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο, Ισραηλίτες· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο, εσείς οι ιερείς του· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο, εσείς οι δούλοι του· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο, εσείς οι αφοσιωμένοι και πιστοί του· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
Δοξάστε τον Κύριο, εσείς που είστε ευσεβείς κι έχετε ταπεινή καρδιά· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα.
»Δοξάστε τον Κύριο εσείς, Ανανία, Αζαρία και Μισαήλ· εξυμνήστε κι εξυψώστε τον για πάντα, γιατί αυτός μας έβγαλε από τον άδη, μας έσωσε από το θάνατο, και μας γλίτωσε μέσα από τη λάβα του φλογερού καμινιού, μας λύτρωσε από τη φωτιά.
»Ευχαριστήστε τον Κύριο, γιατί είναι αγαθός, κι αιώνια διαρκεί η αγάπη του.
Δοξάστε τον Κύριο, το Θεό των θεών, όλοι εσείς που τον σέβεστε· εξυμνήστε τον κι ευχαριστήστε τον, γιατί αιώνια διαρκεί η αγάπη του».
Ο Θεός σώζει τους τρεις φίλους
Ξάφνου ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ ταράχτηκε· σηκώθηκε αναστατωμένος και ρώτησε τους συμβούλους του: «Τρεις άντρες δεν ρίξαμε δεμένους στο κέντρο της φωτιάς;» Εκείνοι του απάντησαν: «Ασφαλώς, βασιλιά».
«Πώς εγώ βλέπω τέσσερις άντρες», είπε ο βασιλιάς, «να περπατούν λυμένοι στο κέντρο του καμινιού, χωρίς να καίγονται; Και μάλιστα η όψη του τέταρτου μοιάζει με θείο ον!»
Τότε ο Ναβουχοδονόσορ πλησίασε στο στόμιο του καμινιού και φώναξε: «Σεδράχ, Μισάχ και Αβέδ-Νεγώ, δούλοι του ύψιστου Θεού, βγείτε και ελάτε εδώ». Εκείνοι βγήκαν από τη φωτιά.
Οι σατράπες, οι διοικητές, οι νομάρχες και οι σύμβουλοι του βασιλιά συγκεντρώθηκαν για να τους εξετάσουν: Η φωτιά δεν είχε προξενήσει καμιά βλάβη στο σώμα τους· οι τρίχες του κεφαλιού τους δεν είχαν καεί και τα ρούχα τους είχαν μείνει ανέπαφα· ούτε καν μυρωδιά φωτιάς δεν είχε περάσει από πάνω τους.
Τότε ο Ναβουχοδονόσορ είπε: «Ευλογημένος να είναι ο Θεός του Σεδράχ, του Μισάχ και του Αβέδ-Νεγώ, που έστειλε τον άγγελό του και έσωσε τους δούλους του, που είχαν εμπιστοσύνη σ’ αυτόν και παράκουσαν τη διαταγή μου. Προτίμησαν να παραδοθούν στη φωτιά, παρά να λατρεύσουν και να προσκυνήσουν άλλο θεό, εκτός απ’ το Θεό τους.
Γι’ αυτό δίνω τώρα διαταγή, ότι όποιος πει κακό εναντίον του Θεού του Σεδράχ, του Μισάχ και του Αβέδ-Νεγώ, οποιοσδήποτε κι αν είναι ο λαός του, η εθνικότητά του ή η γλώσσα του, αυτός θα κατατεμαχισθεί και το σπίτι του θα καταστραφεί, γιατί άλλος θεός δεν υπάρχει, που να μπορεί να σώζει από μια τέτοια κατάσταση».
Μετά ο βασιλιάς έδωσε στο Σεδράχ, στο Μισάχ και στον Αβέδ-Νεγώ σπουδαιότερες θέσεις στην επαρχία της Βαβυλώνας, απ’ αυτές που κατείχαν ως τότε.Δεύτερο όνειρο του Ναβουχοδονόσορ
Ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ απηύθυνε σ’ όλους τους λαούς των διαφόρων εθνοτήτων και γλωσσών που κατοικούσαν στη γη, το ακόλουθο μήνυμα: Ειρήνη κι ευτυχία σε όλους!
Θέλω να σας γνωστοποιήσω τα σημεία και τα θαύματα που έκανε σ’ εμένα ο ύψιστος Θεός.
Πόσο μεγάλα είναι τα σημεία του και πόσο δυνατά τα θαύματά του! Η βασιλεία του είναι βασιλεία αιώνια, και η εξουσία του δεν έχει τέλος.
Толкования стиха Скопировать ссылку Скопировать текст Добавить в избранное
Библ. энциклопедия Библейский словарь Словарь библ. образов Практическая симфония
Цитата из Библии каждое утро
TG: t.me/azbible
Viber: vb.me/azbible