Ο όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης

Источник

Содержание

Πράξις Αναγραφής εις το Αγιολόγιον Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου Ο Άγιος του πονεμένου λαού: Όσιος Παΐσιος Αγιορείτης Ο βίος του Μοναχού Παϊσίου Αγιορείτου Η τελευταία μέρα του Γέροντος Παϊσίου στο Νοσοσοκομείο Ευφρόσυνο γεγονός Γέροντας Παΐσιος: ένας Παγκόσμιος Άνθρωπος Όσιος Παΐσιος, διαρκώς προσευχόμενος για όλη την Οικουμένη Άγ. Παΐσιος, φλέγόμενος από αγάπη για τον συνάνθρωπο Ένας παρεξηγημένος άγιος: ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης Το πνεύμα των προφητειών του Οσίου Παϊσίου Η γνωριμία με τον Άγιο Παΐσιο Δύο θαύματα του Οσίου Παϊσίου Αγιορείτου Απάνθισμα από άλλους λόγους του ηγουμένου για τον όσιο: Αγιότητα και θαύματα του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου Όσιος Παΐσιος: Θαυμαστή εμφάνιση και βοήθεια Μια διαφορετική πανήγυρη Ο όσιος Παίσιος και η κοινωνική ευθύνη Για την πνευματική ζωή Η αδικία και ο Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης Ο όσιος Παίσιος για την παιδική ψυχολογία Ο όσιος Παίσιος για το γάμο και την οικογενειακή ζωή Οι νουθεσίες του γέρ. Παΐσιου και το νόμισμα της Πορταίτισσας Τελευταια Λογια Αγαπης Στο μονοπατι του προσκυνητη! Δοκιμασίες και φόβοΐ: Μια κουβέντα με το Γέρ. Παΐσιο Ο Δεκάλογος: ένα άγνωστο κείμενο του Οσίου Παϊσίου  

 

Ο Γέρων Σωφρόνιος Σαχάρωφ στο έργο του Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης γράφει ότι οι άγιοι κατέχουν αρκετή δύναμη για να κυριαρχούν πάνω στους ανθρώπους και στις μάζες, αλλά επιλέγουν την αντίθετη οδό: υποδουλώνονται στον αδελφό κι έτσι αποκτούν τέτοια αγάπη, η οποία είναι άφθαρτη στην ουσία της.

Σε ημέρες κρίσης όχι μόνον της πατρίδας μας, αλλά και της οικουμένης ολόκληρης, όπου οι ανθρώπινες μάζες παραπαίουν αναζητώντας πρότυπα και καθοδήγηση με κριτήρια αυτοκαταστροφικά, ο Θεός ανέδειξε έναν Άγιο που αγαπήθηκε και προβλήθηκε όσο λίγοι στην εκκλησιαστική ιστορία. Τον όσιο Παΐσιο τον Αγιορείτη.

Τα πλήθη που συρρέουν στον τάφο του συνέρρεαν και στο κελλί του πολύ πριν την κοίμησή του. Πολλοί, ανάμεσά τους και ο γράφων, από αυτούς που γνώρισαν εκ του σύνεγγυς τον Άγιο Παΐσιο έχουν να διηγηθούν θαυμαστά γεγονότα γι’ αυτόν. Γεγονότα που χαράχτηκαν στην μνήμη ανεξίτηλα και αναπαράγονται γραπτά και προφορικά για τις επόμενες γενιές.

Υπάρχει ωστόσο κάτι πολύ πιο βαθύ, έντονο και ουσιαστικό που δεν χαράσσεται στη μνήμη, αλλά στην καρδιά. Και αυτό είναι η αγαπητική υποδούλωση που είχε ο Όσιος και στον πιο περιφρονημένο άνθρωπο που τον προσέγγιζε. Κοινή αίσθηση και πείρα όλων όσων προστρέξαμε σε αυτόν ήταν ότι πήγαμε πεφορτισμένοι με στενοχώριες, λογισμούς, απελπισία και θλίψη και φύγαμε με χαμόγελο, ανάλαφροι, με ελπίδα και χαρά. Με δύναμη να συνεχίσουμε.

Το 1988 όντας σπουδαστής στην Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία μου ανέθεσαν να συνοδεύσω στον Γέροντα Παΐσιο έναν άνθρωπο που για πρώτη φορά ερχόταν στο Άγιον Όρος. Σε όλον τον δρόμο αναστέναζε και εξέφραζε με κάθε τρόπο την έσχατη απελπισία του σε βαθμό που με τρόμαξε. Φθάνοντας στην Παναγούδα, ο Γέροντας μάς περίμενε έξω, λες και ήξερε. Μου είπε να περιμένω και πήρε τον άνθρωπο μέσα στο κελλάκι του. Μετά από μία ώρα περίπου βγήκαν έξω, μας έδωσε την ευχή του και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής. Το σκηνικό είχε αλλάξει εντελώς. Ο άνθρωπος ήταν χαμογελαστός και ανάλαφρος, γεμάτος ζωντάνια. Μετά από πέντε λεπτά πορείας γυρίζει και μου λέει: «Εγώ είμαι ταξιτζής στο επάγγελμα. Καταστράφηχα οικονομικά και είχα τεράστια οικογενειακά προβλήματα. Σκεφτόμουν σοβαρά να αυτοκτονήσω πριν έρθω εδώ. Αυτός ο άνθρωπος μου έδωσε λύση και διέξοδο σε όλα μου τα προβλήματα με ελάχιστες κουβέντες.»

Αυτό το σκηνικό το είδα να επαναλαμβάνεται πολλές φορές. Αυτός ήταν ο όσιος Παΐσιος. Το μεγάλο του θαύμα δεν ήταν οι θεραπείες των ασθενειών ούτε οι προρρήσεις, πράγματα που δεν αμφισβητούνται βέβαια. Το μεγάλο θαύμα είναι ότι συνετέλεσε στην καλή αλλοίωση χιλιάδων ψυχών. Βοήθησε ανθρώπους να ξαναβρούν την χαμένη ανθρωπιά τους, να συνδεθούν αγαπητικά και πάλι με την πηγή της ζωής και της αγάπης, τον Χριστό. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι στο πρόσωπό του ταιριάζει ο στίχος ο αφιερωμένος στην Παναγία που τόσο αγάπησε και τίμησε: «Ουδείς προστρέχων επί σε κατησχυμένος από σου εκπορεύεται όσιε Παΐσιε».

Την Παναγία είδε και ο ίδιος σε όραμα εν καιρώ κρίσεως πάλι, να σκεπάζει την Ελλάδα και να του μηνύει ότι προστατεύει την χώρα μας και τον λαό της. Δεν είναι τυχαίο καθόλου ότι όλος ο απλός λαός αυτές τις ημέρες της κρίσεως συζητά ότι συμπίπτουν χρονικά με τον πρώτο εορτασμό του Αγίου, στις πρεσβείες του οποίου εναποθέτει την ελπίδα της λύσης και της σωτηρίας του.

Θα μπορούσαμε να μιλάμε και να γράφουμε γι’ αυτόν για ώρες ίσως και μέρες και να μην κουραστούμε.

Ωστόσο εδώ θα σταματήσουμε και θα αφήσουμε τους επισκέπτες της Πεμπτουσίας να απολαύσουν το 32ο τεύχος των Αναλέκτων, αφιερωμένο στην προσωπικότητα, την θαυμαστή παρουσία και την διδασκαλία του οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου, κατά πρώτη πανήγυρη της εορτής του από την ημέρα της αγιοκατατάξεώς του.

Την ευχή του να έχουμε, όπως συνήθιζε να γράφει ο ίδιος για τους Αγίους.

Νίκος Κόϊος

Διευθυντής Σύνταξης

Πράξις Αναγραφής εις το Αγιολόγιον Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου

Βαρθολομαίος ελέω Θεού Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης.

Αριθμ. Πρωτ. 13. Πατριαρχική και Συνοδική Πράξις Αναγραφής εις το Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου

«Και έσται ο ανήρ, ον αν εκλέξηται Κύριος, ούτος άγιος» (Αριθμ. ις’ 7)

Όρος του θεού, ως αληθώς· Όρος Άγιον και κλήρος της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου ο ουρανογείτων Άθως· στάδιον πνευματικών αγώνων, τόπος ασκήσεως, μετάνοιας και προσευχής και εργαστήριον αγιότητος των εν αυτώ ενασκούμενων ανά τους αιώνας αναρίθμητων ασκητών, μιγάδων και μοναστών, ανωνύμων και επωνύμων· καύχημα και στέφανος της Μητρός Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, υπό την κανονικήν και πνευματικήν δικαιοδοσίαν και διαρκή εκκλησιαστικήν μέριμναν και φροντίδα αυτής· αλλά και αέναος προσευχητική δέησις υπέρ της Οικουμένης μυστικώς αρδευομένης υπό των αδιαλείπτως νυχθημερόν αναπεμπομένων υπό μοναστών ευχών και δεήσεων «υπέρ της άνωθεν ειρήνης και της σωτηρίας των ψυχών» των όπου γης ’Ορθοδόξων Χριστιανών αλλά και «υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου και ευσταθείας των Αγίων του Θεού Εκκλησιών».

Πλείστοι όσοι οι θεοφιλώς ασκήσαντες και τελειωθέντες, μετά τον πρώτον γνωστόν Άγιον Πέτρον τον Αθωνίτην, εν αυτώ, οίτινες ανεδείχθησαν σκεύη εκλεκτά του Αγίου Πνεύματος, διά των ασκητικών ιδρώτων και θεοφιλών καμάτων, κσσμηθέντες δε διά ποικίλων εκτάκτων θείων χαρισμάτων ως το της προοράσεως, της θαυματουργίας, της διακρίσεως των πνευμάτων, της απλανούς πνευματικής καθοδηγίας, του παρακλητικού λόγου και πλείστων άλλων, κοσμούντες νυν τον πολυάστερον ουρανόν του καθ’ ημάς Ορθοδόξου εορτολογίου και γενόμενοι αιώνιοι οδηγοί προς την Βασιλείαν των ουρανών.

Αυτού τούτου του αληθινού θεού ήμών διαβεβαιώσαντος διά του ανθρώπου Αυτού τον ιερέα Ηλεί και διαχρονικώς πάντα πιστεύοντα τω Νόμω Αυτού «τους δοξάζοντάς με δοξάσω», ως εν τη βίβλω Α´ των Βασιλειών, κεφαλαίω β´, στίχω λ´ γέγραπται, η καθ’ ημάς Μήτηρ Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία αρχήθεν της εν τω κόσμω σωτηριώδους στρατείας αυτής ουκ επαύσατο αναγνωρίζειν τοιαύτα θεία και άγια σκεύη του Πνεύματος, αγγέλους μάλλον ειπείν ή ανθρώπους, δοξάσαντας τρόποις, λόγοις και έργοις ποικίλοις τον επουράνιον Πατέρα, όθεν και εδόξασε και δοξάζει και άχρι τέλους αιώνων θέλει δοξάζειν αυτούς ως εμπρέπει Αγίοις.

Παύλου δε του Αποστόλου διακηρύττοντος εν τη προς Ρωμαίους Επιστολή αυτού, κεφαλαίω ε´, στίχω κ´ και κα´, «ου επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η Χάρις» και της πραγματικότητος ταύτης ακαταπαύστως και κατά την σύγχρονον εποχήν βιουμένης υπό της Εκκλησίας διά της απειραρίθμου στρατιάς των αναδεικνυομένων καθ’ εκάστην, γνωστών και εν πολλοίς αφανών, όσιων και άγιων μορφών, διά της άρσεως του προσωπικού αυτών σταυρού επομένων τω Κυρίω ήμών Ιησού Χριστώ, τω διά του σταυρικού Αυτού θανάτου καταργήσαντι τον το κράτος έχοντα του θανάτου και διά της ενδόξου Αυτού Αναστάσεως δωρησαμένω την αιώνιον ζωήν παντί τω βουλομένω, ημείς, δυσπιστούντες την τοιαύτην αδιάκοπον θείαν ευεργεσίαν του Αρχηγού της Πίστεως ημών συν τω Ιερώ Ψαλμωδώ εκπληττόμενοι αναφωνούμεν «Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών; Συ ει ο Θεός ο ποιών θαυμάσια» (Ψαλμός οδ´, στ. ιδ´–ιε´) και «Μέγας ει, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα Σου και ουδείς λόγος εξαρκέσει προς ύμνον των θαυμασίων Σου».

Τοιούτος γαρ συνεχιστής της παραδόσεως αγιότητος και κενωτικής προσφοράς της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, του ήθους και του φρονήματος αυτής, ανεδείχθη, μεταξύ πολλών άλλων ανωνύμων εν όρεσι και αποκρήμνοις σπηλαίοις και οπαίς της γης ενασκησαμένων και τελειωθέντων αγιορειτών ασκητών, επ’ έσχατων των καθ’ ημάς χρόνων θεοφόρος ασκητής και πολυχαρισματικόν όργανον της Παναγίας Τριάδος ο εκ της Αγιοτόκου Καππαδοκίας μεν έλκων την κατά σάρκα καταγωγήν, εν δε τω Περιβολίω της Κυρίας ήμών Θεοτόκου τον μονήρη βίον ασκήσας εν αγώσι και εν δάκρυσι πολλοίς οσιώτατος Μοναχός Παΐσιος, κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης, δι’ εκτάκτων χαρισμάτων κοσμηθείς παρά Κυρίου, στύλος αληθής και παρακλήτωρ πιστών αναδειχθείς και δοξάσας διά του θαυμαστού βίου αυτού τον Πατέρα ήμών τον εν ουρανοίς. Τοιαύτης ευαγγελικής τελειότητος, σπουδή και αρετών συντονία, ηξιώθη μεμαρτυρημένως υπό της αλανθάστου συνειδήσεως των πιστών ο εκ χώρας Καππαδοκών μοναχός Παΐσιος, τουπίκλην Εζνεπίδης, διανύσας επί ήμισυ και πλέον αιώνος την ασκητικήν και εν πτωχεία και στερήσεσι τρίβον, το μοναχικόν τριβώνιον περιβληθείς εν Όρει τω Αγίω· αντιταχθείς διά βίου παντός τω κοσμοκράτορι του αιώνος τούτου· μαρτυρήσας την καλήν ομολογίαν και την αμώμητον Ορθόδοξον πίστιν κρατύνας· την Εκκλησίαν και την δόξαν αυτής λαμπρύνας ότι «πύλαι Άδου ού κατισχύσουσιν αυτής»· αναλωθείς έργω εμπράκτω και πράξει ελλόγω εν τη υπακοή του Χριστού και τη αγάπη προς τον Θεόν και προς τον πλησίον. Ούτος, οσιότητι και αγιότητι βίου πολιτευθείς, τόπος του κατά Χριστόν πολιτεύματος και αρετής ζώσα εικών αποβάς, διδαχή πλήθους ορθοδόξων διδάσκαλος και πνευματικός καθοδηγητής καταστάς, εαυτόν παρέστησε και ανέδειξεν, εις υψηλά πνευματικά μέτρα ανελθών, σκεύος του Παναγίου Πνεύματος, τιμηθείς δε παρά Θεού διά του χαρίσματος ιάσεως ασθενών και πασχόντων.

Νυν δε οσημέραι πληθυνομένης της εκ του τάφου του μακαριστού ασκητού εκχεομένης ευλογίας και επιτελουμένων συνεχώς θαυμαστών σημείων και θεραπειών σωματικών και ψυχικών νόσων, η περιρρέουσα πίστις πόντων των απειραρίθμων Ορθοδόξων πιστών παρεκίνησε την ημετέραν Μετριότητα, αξιωθείσαν όπως ιδίοις όμμασι και αισθήσεσι γνωρίση και πνευματικώς συνδεθή μετά του Μοναχού Παϊσίου και αυτοψί διαπιστώση την γενικήν εκκλησιαστικήν συνείδησιν περί της αγιότητος του εκλεκτού τούτου του Θεού, μετ´ επισταμένην μελέτην και σχετικήν εισήγησιν της Συνοδικής Κανονικής ´Επιτροπής, ίνα μετά των περί ημάς Ιερωτάτων Μητροπολιτών και υπερτίμων, των εν Αγίω Πνεύματι αγαπητών ημίν αδελφών και συλλειτουργών, Συνοδικώς θεσπίσωμεν και ορίσωμεν και εν Αγίω διακελευσώμεθα Πνεύματι, όπως από του νυν και εις το εξής εις αιώνα τον άπαντα ο ειρημένος εν τω Αγιωνύμω Όρει του Άθω ασκητικώς την πορείαν τον βίου βαδίσας Μοναχός Παΐσιος συναριθμήται τοις Οσίοις Πατράσι και Αγίοις της Μιας, Αγίας, Καθολικής και: Αποστολικής Εκκλησίας, ετησίαις ιεροτελεστίαις τιμώμενος και ύμνοις εγκωμίων γεραιρόμενος τη ιβ’ του μηνός Ιουλίου, καθ’ ην ημέραν το πνεύμα Αυτού τω Δικαιοκρίτη Κυρίω της Ζωής ειρηνικώς παρέθετο.

Εις ένδειξιν δε τούτου και βεβαίωσιν εγένετο και η παρούσα Πατριαρχική ήμών και Συνοδική Πράξις, καταστρωθείσα μεν και υπογραφείσα εν τώδε τω Ιερώ Κώδικι της καθ’ ημάς Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, εν ίσω δε απαραλλάκτω σταλείσα τη Ιερά Κοινότητι του Αγίου Όρους, προς επ’ εκκλησίας ανάγνωσιν και κατάθεσιν είτα εν τοις Αρχείοις αυτής,

Εν έτει σωτηρίω, βιε´, κατά μήνα Ιανουάριον ιβ´

Επινεμήσεως Η´

Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

αποφαίνεται Βαρθολομαίος

ο Σικάγου Ιάκωβος

ο Ελβετίας Ιερεμίας

ο Τορόντο Σωτήριος

ο Κρήτης Ειρηναίος

ο Σύμης Χρυσόστομος

ο Βοστώνης Μεθόδιος

ο Μεξικού Αθηναγόρας

ο Γορτύνης και Αρκαδίας Μακάριος

ο Αρκαλοχωρίου Ανδρέας

ο Βελγίου Αθηναγόρας

ο Λέρου, Καλύμνου και Αστυπαλαίας Παΐσιος

ο Κυδωνιών Αθηναγόρας

Ο Άγιος του πονεμένου λαού: Όσιος Παΐσιος Αγιορείτης

Ο πρωτοπρ. Χαρίλαος Παπαγεωργίου, Εφημέριος Μητροπολιτικού Ναού Αγίου Νικολάου, μιλάει για την οσιακή μορφή του Γέροντα Παϊσίου και την αγάπη του για τον πονεμένο άνθρωπο. (απομαγνητοφωνημένη συνέντευξη)

Είναι μεγάλη ευλογία η παρουσία των συγχρόνων αγίων και με πολύ πνευματική χαρά όλοι μας δεχθήκαμε την αγιοκατάταξη του γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου του οποίου είχαμε μία μικρή, ελάχιστη εμπειρία. Ζουσε ουσιαστικά την παρουσία της Χάριτος σε ένα απλό ή αν θέλετε και ταλαιπωρημένο ανθρώπινο σαρκίο.

Ο γέροντας Παΐσιος ήταν ένα γεροντάκι εξαιρετικά συμπαθές, πατρικό, με πολύ-πολύ αγάπη που αν το έβλεπες στο δρόμο σου δεν του έδινες ιδιαίτερη σημασία, αλλά εξέπεμπε τεράστια πνευματική δύναμη. Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος του Θεού σε έπιανε από το χέρι και ανάλογα με το τι του ζήταγες και τι του έλεγες σου μετέφερε αυτή, σου μετέγγιζε μάλλον αυτή τη Χάρη του Θεού και έφευγες αναπτερωμένος, χωρίς να είναι πνευματικός, χωρίς να έχει το χάρισμα της αφέσεως των αμαρτιών, εν τούτοις όμως είχε το ιδιαίτερο χάρισμα της ουσιαστικής άρσης των βαρών του ανθρώπου.

Η αγιοκατάταξη του γέροντος Παϊσίου, του οσίου πλέον Παϊσίου, του Αγιορείτου είναι μία απάντηση στους βεβαρημένους αδελφούς μας. Διότι όπως έγραψε μία εφημερίδα αυτές τις ημέρες και ειπώθηκε και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και επικοινωνίας ο άγιος του λαού, ο άγιος του πονεμένου λαού, ο νεοφανής αστήρ Παΐσιος ήξερε να παίρνει τον ανθρώπινο πόνο με ένα χαμόγελο, με ένα πείραγμα, με ένα άγγιγμα και μ’ αυτόν τον τρόπο να σου χαρίζει την παρουσία της Χάριτος και την αίσθηση του Παραδείσου.

Έτσι είναι οι άγιοι, σαν τα παιδιά, σαν τον Θεό που σαν γνήσιος πατέρας κατεβαίνει στο δικό μας επίπεδο, όπως οι πατέρες στα σπίτια τους για να μιλήσουν στα μικρά παιδιά τους λυγίζουν τα γόνατά τους, έρχονται στο ίδιο επίπεδο και παίζουν μαζί τους, έτσι και ο Θεός μας λέει ο γέροντας Αιμιλιανός παίζει μαζί μας το μεγάλο και ιερό παιχνίδι της σωτηρίας μας.

Ο βίος του Μοναχού Παϊσίου Αγιορείτου

Από τις 13 Ιανουαρίου 2015, στη χορεία των Αγίων της Εκκλησίας μας συγκαταλέγεται επίσημα και ο μοναχός Παΐσιος Αγιορείτης. Παρουσιάζουμε, λοιπόν για τους αναγνώστες της “Πεμπτουσίας” ένα σημείωμα για τους περισσότερο χαρακτηριστικούς σταθμούς του βίου του αγίου ανδρός.

O όσιος πατήρ Παΐσιος ο Αγιορείτης γεννήθηκε από ευλαβείς γονείς στα Φάρασα της Καππαδοκίας το έτος 1924, λίγες μέρες πριν από τη φυγή των Φαρασιωτών από την πατρώα γη για την Ελλάδα. Στη βάπτισή του, ο όσιος Αρσένιος ο Καππαδόκης, ο πλήρης ημερών και αγιότητος βίου κοσμούμενος ιερέας των Φαράσων, τον ονόμασε Αρσένιο, «για να τον αφήσει καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είπε.

Στην Ελλάδα, η οικογένεια του μικρού Αρσενίου εγκαταστάθηκε στην Κόνιτσα της Ηπείρου, όπου ο ίδιος πέρασε τα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Γαλουχούμενος με τις διηγήσεις για το θαυμαστό βίο του αγ. Αρσενίου, έλεγε ότι θα γίνει μοναχός από την ηλικία των 5 ετών! Και αφού έμαθε να διαβάζει, αγαπημένη του ασχολία υπήρξε η ανάγνωση των βίων των Αγίων, των οποίων εμιμείτο τους ασκητικούς αγώνες με θερμό ζήλο.

Μετά από τις εγκύκλιες σπουδές του δε θέλησε να συνεχίσει στα γράμματα, αλλά προτίμησε να μιμηθεί το Χριστό και μαθήτευσε στην τέχνη του ξυλουργού, την οποία άσκησε με επιμέλεια και δεξιοσύνη. Στην ηλικία των 15 ετών αξιώθηκε της θέας του Κυρίου, για ένα μόνο φιλότιμο λογισμό, μέσω του οποίου απέκρουσε μία δαιμονική προσβολή του πειρασμού της απιστίας. Από τότε φούντωσε μέσα του ακόμη περισσότερο η φλόγα της αγάπης του Θεού και ο πόθος για τη μοναχική ζωή.

Ακολούθησαν καιροί ταραχής και αναστάτωσης για την Ελλάδα, λόγω της ξένης Κατοχής και του εμφυλίου πολέμου. Ο Όσιος όμως, τόσο ως πολίτης όσο και ως στρατιώτης κατά τη θητεία του, επέδειξε απαράμιλλο θάρρος και αυτοθυσία.

Ήταν πρόθυμος να δώσει κάθε στιγμή και τη ζωή του ακόμα για τη σωτηρία των άλλων. Ευρισκόμενος μάλιστα συχνά μέσα στον καταιγισμό των φονικών πυρών, συνέβη να σώσει με τις θερμές προσευχές του πολλούς στρατιώτες, αλλά να σωθεί και ο ίδιος με τρόπο θαυμαστό.

Ύστερα και από αυτές τις περιπέτειες, θέλησε να καταταγεί στο αγγελικό τάγμα των μοναχών, με τα φτερά που δίνει ο θείος έρωτας. Έτσι, μετέβη στο Άγιο Όρος, αναζητώντας έναν οδηγό για τη ζωή της κατά Θεόν ησυχίας. Δεν κατάφερε όμως να εκπληρώσει αμέσως τον πόθο του. Παράλληλα, οι δικοί του βρέθηκαν την ίδια περίοδο σε μεγάλη οικονομική δυσκολία, οπότε τον κάλεσαν να τους βοηθήσει. Έτσι, επέστρεψε στην Κόνιτσα και εργάστηκε ως μαραγκός. Μετά από 3 χρόνια όμως, σε ηλικία 29 ετών πλέον, εγκατέλειψε τα πράγματα του κόσμου και επέστρεψε στην Αθωνική Πολιτεία.

Αφού περιήλθε σκήτες και καλύβες, ακολούθησε τελικά τη συμβουλή ενός σεβάσμιου γέροντα και εντάχθηκε στην αδελφότητα της Ι.Μ. Εσφιγμένου, γνωστής τότε για την αυστηρή της τάξη. Εκεί έζησε μέσα στην ολοτελή υπακοή και επιδόθηκε σε υπέρμετρη άσκηση, υπερβάλλοντας σε κόπους για χάρη του Χριστού και των αδελφών του. Έχοντας όμως άσβεστο μέσα του τον πόθο για τον ησύχιο και απράγμονα βίο, πήρε την ευλογία του Ηγουμένου και πήγε να μονάσει στην Ι.Μ. Φιλοθέου, που ήταν τότε σε κατάσταση ιδιόρρυθμη. Εκεί προετοιμάστηκε για τη ζωή του ερημίτη, κάτω από την καθοδήγηση ενός διακριτικού και σοφού γέροντα. Τότε μάλιστα έγινε και σταυροφόρος μοναχός, παίρνοντας το όνομα Παΐσιος.

Υπακούοντας μάλιστα σε θεία βουλή, δεν εγκαταστάθηκε στην έρημο αλλά στην κατεστραμμένη Ι. Μονή της Παναγίας του Στομίου, που βρίσκεται κοντά στην Κόνιτσα. Σε αυτήν έζησε 4 χρόνια, ζώντας ισάγγελο βίο, παλεύοντας με τους πειρασμούς, ευεργετώντας τους ανθρώπους της περιοχής, σώζοντας πολλούς από τις διδασκαλίες των προτεσταντικών ομάδων που δρούσαν εκεί, και ανακαινίζοντας με πολύ μόχθο το Μοναστήρι.

Όταν ολοκληρώθηκε το έργο της ανακαίνισης και ο κίνδυνος από τις ετερόδοξες ομάδες εξέλιπε, ο Όσιος παρακαλούσε μέσα στους πειρασμούς, που καθημερινά τον πολιορκούσαν, θερμά το Θεό να του δείξει το δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσει. Έτσι, δέχθηκε ως θεόσταλτη την πρόσκληση κάποιου ιεροδιακόνου να τον συνοδεύσει στο θεοβάδιστο Όρος του Σινά. Πάνω σε κείνον τον άνυδρο και ξερό τόπο, στο ασκητήριο της Αγίας Επιστήμης, έζησε επιτέλους αυτό που χρόνια ποθούσε, την προς Θεόν μόνωση.

Αγωνιζόμενος με πολλή ταπείνωση, διαρκή νηστεία, ακατάπαυστη αγρυπνία και αδιάλειπτη προσευχή, κατάφερε να υπερνικήσει τις παγίδες του μισόκαλου εχθρού, και να απολαύσει την ένωση με το Θεό. Γεμάτος από τη χάρη της θείας παρακλήσεως, απολάμβανε την κατά Θεόν ευφρόσυνη μέσα στο καμίνι της απαράκλητης ερήμου.

Δεν θα υπήρχε, έτσι, κανένας λόγος να εγκαταλείψει το στάδιο εκείνο της αρετής, εάν – φεύ! – δεν ενέσκηπτε η σωματική ασθένεια από το τραχύ κλίμα, η οποία τον ανάγκασε να επιστρέψει στην κατά σάρκα πατρίδα του. Επανερχόμενος στο Άγιο Όρος, δεν ελάττωσε το πλήθος των ασκητικών αγώνων του, παρά την καταβολή του σώματος, καθώς στο πνεύμα διατηρούσε την πρότερη ζέση του. Ζώντας λοιπόν ως ξένος και παρεπίδημος στη γη, έφτασε να γίνει πολίτης του ουρανού.

Έχοντας, συνεπώς, την πράξη ως την «επίβασιν» της θεωρίας, έφτασε σε υψηλά μέτρα και έγινε κοινωνός θείων μυστηρίων. Εντρύφησε έτσι και στην ωραιότητα του Κυρίου, ενώ επιπλέον έτυχε και της Θεομητορικής ευλογίας. Συνομίλησε με αγίους που εμφανίστηκαν μπροστά του, βίωσε την όραση του Άγγελου Φύλακά του, άκουσε αγγελικούς ύμνους και καταυγάσθηκε από το ουράνιο φως.

Το όνομά του διέτρεξε σύντομα όλη την οικουμένη, έλκοντας πλήθος ταλαιπωρημένων ανθρώπων, από κάθε ηλικία και κοινωνική τάξη, προς την ταπεινή καλύβα που φέρει το όνομα «Παναγούδα», κοντά στις Καρυές, στην οποία έζησε τα 14 τελευταία χρόνια της επίγειας ζωής του. Εκείνος, βέβαια, μη θέλοντας να στερηθεί την αγαπητή του ησυχία, είχε το λογισμό να αναχωρήσει σε τόπο άγνωστο, και από την αφάνεια πλέον να προσεύχεται ελεώντας και στηρίζοντας τον κόσμο.

Και πάλι όμως ήλθε μια εκ Θεού πληροφορία, ότι οφείλει να παρηγορεί όλους τους ανθρώπους, κατά την προφητική ρήση: «Παρακαλείτε, παρακαλείτε τον λαόν μου». Έτσι αφιερώθηκε πλέον στην παραμυθία και ανακούφιση όλων των ανθρώπων. Τη νύχτα δε, σαν λαμπάδα που λιώνει, προσευχόταν με πολύ πόνο για σύμπασα την ανθρωπότητα, μνημονεύοντας μάλιστα και μεγάλο πλήθος ονομάτων, ζώντων και κεκοιμημένων.

Αλλά και κατά τη διάρκεια της μέρας, δαπανιόταν για να αναπαύει τις ψυχές του πλήθους των προσκυνητών που συνέρρεαν στο καλύβι του, απεργαζόμενος τα μεγάλα χαρίσματα με τα οποία τον πλούτισε η θεία χάρη, σαν καλός οικονόμος για την παράκληση και σωτηρία τους. Διότι και τα απόκρυφα βάθη των καρδιών διέβλεπε, και τα μέλλοντα προέλεγε, και σωματικές και ψυχικές ασθένειες θεράπευε, και είχε εξουσία πάνω σε ακάθαρτα πνεύματα, ώστε να ελευθερώνει δαιμονισμένους με την επίκληση του θείου ονόματος. Τα λόγια του ήταν «ως λόγια Θεού», κατά το Αποστολικόν.

Σε όλους φανέρωνε τον αληθινό σκοπό της παρούσας ζωής, που είναι η προετοιμασία για την αληθινή μας πατρίδα, τον ουρανό, όπως εξηγεί και ο ιερός Καβάσιλας. Αδιάκοπα προέτρεπε τους επισκέπτες του, λοιπόν, σε μετάνοια, εξομολόγηση και φιλότιμο αγώνα. Ήταν δε στη συναναστροφή του γλυκός, απλός, ευχάριστος, ελεήμων και μακρόθυμος.

Ενώ είχε πολλή συμπάθεια προς τους αμαρτωλούς, κάποτε γινόταν ως «λέων πυρ πνέων», εναντίον εκείνων που προφασίζονταν διάφορες δικαιολογίες παρεξέκλιναν από το θείο δρόμο και τις πατερικές παραδόσεις. Πολεμούσε, ακόμη, με σφοδρότητα το κοσμικό πνεύμα, θεωρώντας το ως το μεγαλύτερο εχθρό της σωτηρίας των πιστών.

Αυτός ο ακαταπόνητος ασκητής, αφού υπέμεινε από τη νεότητά του πολλές σωματικές ασθένειες, υπέμεινε γενναία και ευχαρίστως στο τέλος και τους μαρτυρικούς πόνους του καρκίνου, από τους αναπαύθηκε τη 12η Ιουλίου του 1994, σε ηλικία 70 ετών. Κοιμήθηκε στην Ι.Μ. του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου, κοντά στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης, την οποία καθοδηγούσε πνευματικά για 28 χρόνια. Στο Μοναστήρι αυτό, κοντά στον I. Ναό του Αγ. Αρσενίου του Καππαδόκη, βρίσκεται και ο τάφος του, όπου αναπαύεται πλέον το πολύαθλο σώμα του. Από τον ουρανό πλέον, ο Όσιος Παΐσιος ευεργετεί ακόμη περισσότερο τους ανθρώπους, έχοντας μεγάλη παρρησία προς το Φιλάνθρωπο Θεό, Τον οποίο ανελλιπώς δόξασε στη ζωή του.

Η τελευταία μέρα του Γέροντος Παϊσίου στο Νοσοσοκομείο

Ο Γέροντας Παίσιος τελικά προσβλήθηκε από καρκίνο, και νοσηλεύθηκε σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης! Στο νοσοκομείο φρόντισαν το Γέροντα όσο μπορούσαν καλύτερα. Ο καρκίνος, όμως, προχώρησε τόσο, πού το τέλος ήταν πολύ ορατό.Ο Γέροντας Παΐσιος άφησε την τελευταία του πνοή στις 12 Ιουλίου 1994.

Περιγραφή αυτόπτη μάρτυρα

Η αναχώρησή του για τους ουρανούς ήταν ζήτημα χρόνου. Γι´ αύτη την αναχώρηση, για την οποία προετοιμαζόταν σε όλη του τη ζωή, ήθελε να αφιερώσει και τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Σουρωτής. Ο μακαριστός Χριστόφορος Οικονόμου ήταν κοντά του και σε γράμμα του περιγράφει την αναχώρηση του Γέροντα από το Νοσοκομείο:

«Σήμερα έφυγε και ο π. Παΐσιος από το νοσοκομείο. Είχε πολύ κόσμο και μας είπαν ότι θα έβγαινε στο σαλόνι για να ευλογήσει. Τελικά, εκείνη την ώρα έφευγε από το νοσοκομείο. Ο κόσμος, οι γυναίκες, νοσοκόμες, γιατροί, άρρωστοι, συνωστίζονταν όλοι γύρω του. Ψήλωσε το χέρι του και από την πόρτα χαιρέτησε τους άρρωστους στους διπλανούς θαλάμους. Ένας άρρωστος στο διάδρομο πού είχε ορρούς στο χέρι πήγε να του φιλήσει το χέρι, αλλά ο π. Παΐσιος φίλησε το χέρι του ασθενούς. Μπροστά από το ανσανσέρ ψήλωσε το χέρι του και μας ευλόγησε όλους.

Μπήκε στο ανσανσέρ να κατέβει κάτω στο δρόμο. Όλοι τρέξαμε από τις σκάλες να τον δούμε για τελευταία φορά. Χαιρετούσε τον κόσμο. Βγήκε έξω από το νοσοκομείο. Ο κόσμος τον περιτριγύρισε γύρω από το αυτοκίνητο, ενώ λεπτές νιφάδες χιονιού έπεφταν. Η νοσοκόμα φώναζε να τον αφήσει ο κόσμος να μπει μέσα στο αυτοκίνητο, γιατί έκανε πολλή ψύχρα και ο άνθρωπος δεν μπορούσε.

Μπήκε, τελικά, στο αυτοκίνητο, αφού έκανε το σταυρό του. Όλοι προσπαθούσαν να τον αγγίξουν· έπιαναν το χέρι του, άγγιζαν το τζάμι τοΰ αυτοκινήτου. Ξεκίνησε τελικά το αυτοκίνητο, αλλά προχωρούσε πολύ σιγά, λόγω της μεγάλης κυκλοφορίας. Γιάτραινες, νοσοκόμες, νοσοκόμοι, γιατροί, κατέβηκαν κάτω και όπως ήταν μέσα στο αυτοκίνητο άγγιζαν το τζάμι του αυτοκινήτου πού προχωρούσε αργά-αργά για να τον χαιρετήσουν. Το αυτοκίνητο πέρασε από το δρόμο πού βρίσκεται μπροστά από το σπίτι μου». Και συνεχίζει ο Χριστόφορος:

«Τί ήταν το πέρασμα αυτού του ανθρώπου! Ο κόσμος τον ακολουθούσε σαν να ήταν ο Μεσσίας. Σκηνή σαν την Βαΐ'φόρο, μόνο πού αντί για γαϊίδουράκι τώρα ήταν ένα αυτοκινητάκι! Όλος ο κόσμος, οι περισσότερες γυναίκες, ήσαν συγκινημένοι, άλλες δάκρυζαν. Αλλά και ο ίδιος ήταν συγκινημένος με την αγάπη πού του έδειχνε ο κόσμος. Σαν να έλεγε πώς θα την ξεπληρώσει με πολλή προσευχή για τους συνανθρώπους του». Και επιλέγει ο Χριστόφορος:

«Αλλά μήπως είναι λίγα πού χρωστούμε η γενιά μας, στις ευχές και προσευχές αυτού του ανθρώπου. Ένας άγιος ανάμεσά μας. Η ενσάρκωση της εκπλήρωσης των Ευαγγελικών λόγων».

Πηγή: Από το τέλος του Γέροντα Παΐσιου Αγιορείτη, Περιοδικό «Παρά την Λίμνην», Μηνιαία έκδοση Εκκλησίας Αγίου Δημητρίου Παραλιμνίου, περίοδος β´, έτος ιη´, αρ. 7, Ιούλιος 2008

Ευφρόσυνο γεγονός

Ευφρόσυνο γεγονός η αγιοκατάταξη του Οσίου Παϊσίου για την επιχώρια Μητρόπολη Κασσανδρείας

Αδελφοί συλλειτουργοί και τέκνα εν Κυρίω προσφιλή,

Ένα ευφρόσυνο γεγονός και είδηση άριστη επεφύλαξε ο Θεός στην αρχή του νέου έτους για την Ιερά Μητρόπολη μας, την ευλογημένη Πατρίδα μας, την οικουμενική Ορθοδοξία και τον κόσμο ολόκληρο με την κατάταξη στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας ενός νέου Αγίου, του Όσιου και Θεοφόρου Πατρός ημών Παϊσίου του Αγιορείτου, το σεπτό σκήνωμα του οποίου, ως γνωστόν, αναπαύεται μέχρι της κοινής αναστάσεως στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου ενδόξου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου, στη Σουρωτή.

Συγκεκριμένα, την Τρίτη 13η Ιανουαρίου 2015, η Αυτού Θειοτάτη Παναγιότητα, ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος και τα Μέλη της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, συμφωνά με την επικρατούσα εκκλησιαστική τάξη και παράδοση, προέβησαν στην έγγραφή του Όσιου Παϊσίου του Αγιορείτου, στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, όρισαν δε η ετήσια μνήμη του να εορτάζεται την 12η του μηνός Ιουλίου, ημέρα της οσιακής κοιμήσεως και της προς Κύριο εκδημίας του.

Η Πράξη αυτή της Αγιοκατατάξεως του Οσίου Παϊσίου, εχαροποίησε τα μέγιστα τους ευσεβείς χριστιανούς μας, οι οποίοι επί μακρόν και εναγωνίως ανέμεναν την Ιστορική αυτή ημέρα ώστε η χαρά τους να είναι ολοκληρωμένη.

Γι’ αυτό το λόγο εκφράζουμε άπαντες την ευγνωμοσύνη της καρδιάς μας προς τον Πατριάρχην του Γένους μας Παναγιώτατο κ.κ. Βαρθολομαίο και την περί Αυτόν Αγία και Ιερά Σύνοδο για την ουράνια και ατίμητη ευλογία, την οποία επεδαψίλευσαν στο Ορθόδοξο πλήρωμα της μαρτυρικής Εκκλησίας μας, ιδιαιτέρως αυτό τον καιρό που η Πατρίδα και ο Ελληνικός λαός μας δοκιμάζονται.

Ο Όσιος Πατέρας μας Παΐσιος γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου 1924 στα Φάρασα της Καππαδοκίας από ευλαβείς γονείς, τον Πρόδρομο και την Ευλογία. Βρέφος ολίγων ημερών βαπτίστηκε από τον Άγιο Ιερομόναχο των Φαράσων Όσιο Αρσένιο τον Καππαδόκη, ο οποίος τον ονόμασε Αρσένιο, θέλοντας να αφήσει, όπως είπε. «καλόγηρο στο πόδι του. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή το 1924, όντας βρέφος αγκαλοφορούμενο και γαλακτοτροφούμενο, εγκαταλείπουν την πατρική τους εστία και καταφεύγουν πρόσφυγες στην Ελλάδα και εγκαθίστανται στην Κόνιτσα Ηπείρου, όπου ο Όσιος πέρασε τα παιδικά του χρόνια γαλουχούμενος με τις διηγήσεις περί του θαυμαστού βίου του Αγίου Αρσενίου και εφαρμόζοντας τις σωτήριες εντολές του Χριστού. Αφού τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο δεν ήθελε να μάθει περισσότερα γράμματα, αλλά επιθυμώντας να μιμηθεί τον Χριστό, έμαθε την τέχνη του μαραγκού.

Στα δύσκολα χρόνια του εμφυλίου κατατάσσεται στις τάξεις του στρατού, όπου υπηρετεί με αφοσίωση την πατρίδα ως ασυρματιστής, επιδεικνύοντας απαράμιλλη ανδρεία και αυτοθυσία. Ήταν πάντα πρόθυμος να δώσει και αύτη τη ζωή του για τη σωτηρία των άλλων. Ο θεός τον έσωσε θαυμαστώς από πολλές δύσκολες περιστάσεις, αλλά και ο ίδιος διέσωσε πολλούς με τις ολόθερμες ευχές του.

Μετά την αποστράτευσή του, φλεγόμενος από τον πόθο της ησυχίας και υπακούοντας στην κλήση του Θεού, μεταβαίνει σε διάφορες Μονές και Σκήτες του Αγίου Όρους, στην Ιερά Μονή της Παναγίας στο Στόμιο της Ηπείρου και στα Θεοβάδιστο Όρος του Σινά. Πολλοί και μεγάλοι οι πνευματικοί αγώνες και τα παλαίσματα του Οσίου Παϊσίου. Έζησε ως άσαρκος πάνω στη γη και έγινε ουρανοπολίτης. Αξιώθηκε να γνωρίσει και να βιώσει στη ζωή του πολλά θαυμαστά γεγονότα. Η αρετή και η αγιότητά του δεν άργησαν να γνωσθούν ευρύτερα, γι’ αυτό πλήθη ανθρώπων κατέφευγαν στην ταπεινή και απέριττη Καλύβη του στο Άγιον Όρος, όπου έζησε τα δεκατέσσερα χρόνια της ζωής του ως επίγειος άγγελος και ουράνιος άνθρωπος, προκειμένου να αντικρύσουν την φωτεινή μορφή του, να ακούσουν τον χαριτωμένο, σωτήριο και στηρικτικό λόγο του και έτσι να μαλακώσει η ψυχή τους, να αναπτερωθεί η ελπίδα τους και να βρουν λύση στα πολλά καιακανθώδη προβλήματά τους.

Ο ακαταπόνητος αυτός ασκητής των ημερών μας, αφού υπέμεινε από την νεότητα του πολλές σωματικές ασθένειες, τελικά υπέμεινε ευχαρίστως και τους μαρτυρικούς πόνους του καρκίνου, από τους οποίους αναπαύθηκε την 12η Ιουλίου 1994, παρεπιδημώντας στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννου του θεολόγου στη Σουρωτή, όπου και ο τάφος του, τον οποίο στοργικά φροντίζουν οι ευλαβέστατες μοναχές και πλήθη ατέλειωτα πιστών προσέρχονται για να ζητήσουν και να λάβουν την ίαση της ψυχής και του σώματός του.

Ως Επίσκοπος και Μητροπολίτης της Ιεράς Μητροπόλεως Κασσανδρείας με την Εγκύκλιο αυτή πληροφορούμε επισήμως το ευσεβές πλήρωμά της, για την κατάταξη από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Μοναχού Παϊσίου του Αγιορείτου και την αναγραφή του στις δέλτους των Αγίων της κατά Ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας. Προτρέπομε δε πατρικά όλους σας, συνεχίζοντες την από αιώνων παράδοση της Αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, να τιμάτε τον Όσιο Παΐσιο, ο οποίος ήδη συγκαταλέγεται μεταξύ των Αγίων της Εκκλησίας μας, να αποδίδετε σ» αυτόν την οφειλόμενη τιμή Αγίου, σύμφωνα με την εκκλησιαστική τάξη και παράδοση, και να καταφεύγετε στις προς Κύριον πρεσβείες του σε κάθε δυσκολία και περίσταση της ζωής σας.

Τέλος, ευχόμαστε πατρικά σε όλους σας πλούσια την χάρη και την ευλογία του Θεού στη ζωή σας και τα τίμια έργα σας, με τις πρεσβείες του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου, της Κυρίας Θεοτόκου, των σήμερα εορταζομένων Μεγάλων Πατέρων Αθανασίου και Κυρίλλου, Πατριαρχών Αλεξανδρείας, και πάντων των Αγίων, για να βαδίζουμε τον σωστό δρόμο στη ζωή μας, τον δρόμο προς την θέωση, μάλιστα σε καιρούς χαλαιπούς και αποκαλυπτικούς.

Διάπυρος προς Θεόν ευχέτης

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ο ΚΑΣΣΑΝΔΡΕΙΑΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ

Γέροντας Παΐσιος: ένας Παγκόσμιος Άνθρωπος

Αγωνίστηκε υπεράνθρωπα, συνέτριψε το εγώ του, ασκήθηκε να μεταφέρει τον εαυτό του στην θέση του άλλου, του κάθε άλλου, και έγινε παγκόσμιος.

(Εισήγηση που έγινε στις 13–11–2014 στο Νεάμτς της Ρουμανίας)

Γράφει ο Γεώργιος Ι. Μαντζαρίδης, Ομότιμος Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.

O Γέροντας Παΐσιος γεννήθηκε σε ένα κεφαλοχώρι του ακριτικού Ελληνισμού της Καππαδοκίας, τα Φάρασα. Αυτό βρίσκεται διακόσια περίπου χιλιόμετρα νοτίως της Καισαρείας και παρά την απομόνωσή του στα βάθη της Μικράς Ασίας κατόρθωσε να διατηρήσει πιστά «την Ορθοδοξία, την ελληνική συνείδηση και την γλώσσα»1.

Δεν ήταν άπατρις ούτε διεθνιστής. Ήταν πατριώτης και έλεγε: «Η πατρίδα είναι μια μεγάλη οικογένεια». Αλλά έκανε την πατρίδα του εφαλτήριο για κάθε πατρίδα. Κυρίως βέβαια την έκανε εφαλτήριο για την ουράνια πατρίδα, την παγκόσμια οικογένεια του Θεού, στην οποία μπαίνει ο άνθρωπος, όταν αφήσει την επίγεια οικογένεια και την επίγεια πατρίδα του. Αγαπούσε το έθνος του και καυτηρίαζε με προφητικό πνεύμα τις ανθελληνικές προπαγάνδες που πλαστογραφούν την ιστορία και εγείρουν εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος της Ελλάδος. Ταυτόχρονα όμως αγκάλιαζε με την αγάπη του όλα τα έθνη, όλους τους λαούς.

Γνώρισε την εποχή της παγκοσμιοποήσεως, αλλά δεν παγκοσμιοποιήθηκε. Έζησε και εξέφρασε με άλλον τρόπο την ενότητα του κόσμου· με τον τρόπο που την έζησαν και την εξέφρασαν μέσα στην ιστορία της Εκκλησίας οι μεγάλοι Πατέρες και Άγιοί της. Την έζησε ως παγκοσμιότητα, αγκαλιάζοντας με την αγάπη και την προσευχή του ολόκληρο τον κόσμο, όπως ο Κύριος στην Γεθσημανή.

Με την απομάκρυνση από τον κόσμο, με την ησυχία και την άσκηση, με «το πνευματικό ξεχέρσωμα της κοσμικής καρδιάς» από αγάπη για τον Θεό, μπορεί, όπως γράφει ο ίδιος, «ο ένας άνθρωπος να χωρέση μέσα στην καρδιά του όλους τους ανθρώπους, όλα τα ζώα και όλα τα φίδια ακόμη, μαζί και όλη την όμορφη φύση του Θεού»2.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα του παγκόσμιου ανθρώπου είναι η προσευχή του για όλον τον κόσμο. Και αυτό αισθητοποιείται με την παρουσία των παγκοσμίων πατέρων της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι μεγάλοι άγιοι και ασκητές της Εκκλησίας μας, όπως είναι ο όσιος Εφραίμ ο Σύρος, ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης, ο όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, χαρακτηρίζονται στους Βίους η στους Ύμνους τους ως «πατέρες παγκόσμιοι»3.

Στην ψευδώνυμη ενοποίηση του κόσμου, που επιδιώχθηκε στο παρελθόν, αλλά και προωθείται συστηματικά στην εποχή μας με την λεγόμενη παγκοσμιοποίηση, η Εκκλησία αντιτάσσει διαχρονικά την παγκοσμιότητα. Η παγκοσμιοποίηση επιδιώκεται εκ των έξω. Προωθείται με τον εξαναγκασμό. Δεν ενδιαφέρεται για το ανθρώπινο πρόσωπο. Δεν ασχολείται με τον εσωτερικό κόσμο των ανθρώπων, εκτός αν βρίσκει εκεί σημεία συνδέσεως και ομαδοποιήσεώς τους. Επιχειρεί να ενοποιήσει τους ανθρώπους σε σχέση με κάποιον κοινό εξωτερικό σκοπό η με κάποιο αντικείμενο· την οικονομία, την ασφάλεια, την εύκολη επικοινωνία. Και για να επιτύχει τον σκοπό της, ισοπεδώνει τους ανθρώπους και τους αντιμετωπίζει ως ομογενοποιήσιμο υλικό, στην διάθεση των συμφερόντων των ισχυρών.

Σε διαμετρικώς αντίθετη κατεύθυνση κινείται η παγκοσμιότητα. Αυτή δεν επιδιώκεται εκ των έξω ακτιβιστικά, αλλά καλλιεργείται στον έσω άνθρωπο ησυχαστικά. Θεμελιώνεται στο ανθρώπινο πρόσωπο και ευρύνει την ατομικότητα σε προσωπικότητα. Δεν έχει καμία σχέση με την βία της εξωτερικής παγκοσμιοποιήσεως, αλλά οικοδομείται με την ελευθερία της ψυχικής συναδελφώσεως. Η παγκοσμιοποίηση οδηγεί στην μαζοποίηση των ανθρώπων και την χειραγώγησή τους από τους ισχυρούς της γης. Η παγκοσμιότητα βλέπει τον κάθε άνθρωπο ως ορίζοντα φανερώσεως ολόκληρου του είναι· τον διανοίγει σε ολόκληρο τον κόσμο, τον τιμά ως μοναδικό και ανεπανάληπτο πρόσωπο και τον υψώνει στην θεανθρώπινη κοινωνία.

Η παγκοσμιότητα δεν οικοδομείται με παγκοσμιοποιημένα άτομα αλλά με παγκόσμια πρόσωπα. Επιπλέον αυτή δεν περιορίζεται στην ανθρωπότητα, αλλά ενστερνίζεται ολόκληρη την κτιστότητα. Οι παγκόσμιοι άνθρωποι της Εκκλησίας είχαν και αυτό το γνώρισμα. Αγκάλιαζαν με την αγάπη τους όχι μόνο όλους τους ανθρώπους, εχθρούς και φίλους, αλλά και ολόκληρη την κτίση, ακόμα και τους δαίμονες. Δεν την αντιμετώπιζαν ως «κτήση», δηλαδή ως ιδιοκτησία του ανθρώπου, αλλά ως έργο και δωρεά του Θεού.

Ο αββάς Ισαάκ, τον οποίο ευλαβούνταν και μελετούσε ιδιαίτερα ο Γέροντας Παΐσιος, έλεγε: «Καρδία ελεήμων» είναι «καύσις καρδίας υπέρ πάσης της κτίσεως, υπέρ των ανθρώπων και των ορνέων και των ζώων και των δαιμόνων, και υπέρ παντός κτίσματος»4. Τέτοια καρδιά είχε και ο Γέροντας Παΐσιος. Καρδιά παγκόσμια, «ευχέτης του σύμπαντος κόσμου· προσευχόταν για όλους, όπως για τον εαυτό του»5. Σε μία από τις επιστολές του παρατηρεί: «Οι Μοναχοί δεν προσεύχονται μόνο για τους ζωντανούς και για τους πεθαμένους, αλλά ακόμη και για τους πιο δυστυχισμένους απ’όλους, τους δαίμονες, οι οποίοι, δυστυχώς, ενώ έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια, όλο πάνε στο χειρότερο και εξελίσσονται στην κακία τους»6. Όπως σημειώνει ο βιογράφος του, η μεγάλη αγάπη του προς τον Θεό και τον άνθρωπο «πλημμύριζε την καρδιά του και το ξεχείλισμά της αγκάλιαζε και την άλογη κτίση»7.

Όσιος Παΐσιος, διαρκώς προσευχόμενος για όλη την Οικουμένη

Το μυστικό της αγάπης του Γέροντα προς τον άλλον, η ακριβέστερα προς το κάθε άλλο, ήταν η κένωσή του σε αυτό. Λησμονούσε εντελώς τον εαυτό του και γινόταν ο άλλος η το άλλο. Έλεγε χαρακτηριστικά: «Από την στιγμή που ο άνθρωπος έρθει στην θέση του άλλου, μετά όλους μπορεί να τους αγαπήση

Τα πάντα τα χωράει μέσα του και βγαίνει ο εαυτός του από την αγάπη του»8.

Οι προσευχές που έκανε για κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο προχωρούσαν επαγωγικά, για να περιλάβουν όλους τους ανθρώπους. Σημειώνει ο βιογράφος του: «Όταν έκανε προσευχή για ιδιαίτερες περιπτώσεις, π.χ. για κάποιον νέο που είχε ξεφύγει από τον δρόμο του Θεού, πρόσθετε· μνήσθητι, Κύριε, και βοήθησε και όλους τους νέους. Η πάλι, όταν προσευχόταν για κάποιον λ.χ. άρρωστο Νικόλαο, συμπλήρωνε· μνήσθητι, Κύριε, και όλους τους Νικολάους»9.

Έβλεπε τις προσευχές του για τον κόσμο όχι μόνο ως αδελφική υποχρέωση, αλλά και ως προσωπική οφειλή. Για την κακή κατάσταση των άλλων έλεγχε τον εαυτό του, γιατί δεν είχε την αγιότητα να ζητήσει από τον Θεό την θεραπεία τους. Προσευχόταν και συνιστούσε να προσεύχονται ως εξής: «Αν ήμουν σε καλή πνευματική κατάσταση θα με άκουγες και δεν θα υπέφερε ο κόσμος. Το ξέρω, είμαι πολύ αμαρτωλός· όμως δεν είναι αδικία να υποφέρη ο κόσμος εξαιτίας μου; Βοήθησέ τους»10. Παραταύτα αμέτρητες είναι οι θαυματουργικές ευεργεσίες των προσευχών του για τον κόσμο.

Τόσο ήταν το ενδιαφέρον και ο πόνος του για τον κόσμο, ώστε έβλεπε την προσευχή για τον εαυτό του ως προετοιμασία της προσευχής για τον κόσμο. Την προσευχή για τον εαυτό μας, έλεγε, «δεν την κάνουμε μόνο για τον εαυτό μας, αλλά είναι απαραίτητη σαν προετοιμασία, για να σταθούμε μπροστά στον Θεό με ευπρεπές ένδυμα

Όταν όμως φουντώση ο θείος έρωτας, τότε ξεχνά κανείς τον εαυτό του και εύχεται για τους άλλους», για τους ζωντανούς και τους κεκοιμημένους, για όλον τον κόσμο11.

Ο ανθρώπινος πόθος για μία παγκόσμια κοινωνία, που διευκόλυνε στην εποχή μας την προώθηση της παγκοσμιοποιήσεως, βρήκε στο πρόσωπό του μία αυθεντική εκπλήρωση. Ως άνθρωπος του Θεού και μάρτυρας της παρουσίας του στην γενεά του, έδωσε το αυθεντικό αντίδοτο στην απατηλή παγκοσμιοποίηση. Στις προσευχές του παρακαλούσε τον Θεό για τις ανάγκες των ανθρώπων. Στις συνομιλίες του με τους ανθρώπους φρόντιζε να τους φανερώσει τις πραγματικές ανάγκες τους, που ήταν έτοιμος να ικανοποιήσει ο Θεός.

Ο ολιγογράμματος αυτός Γέροντας είχε το χάρισμα της θεολογίας, που ερχόταν ως καρπός της θεοπτίας. Μετέφερε τον λόγο του Θεού, που γεννιόταν στην καρδιά του μετά από προσευχή, με απλό, σαφή και αυθεντικό τρόπο. Ήταν εμπειρικός θεολόγος. Όταν πάλι δεν είχε λόγο και πληροφορία για κάτι που τον ρωτούσαν, δεν απαντούσε, αλλά έλεγε. «Να κάνουμε προσευχή», και ύστερα από μέρες έδινε την απάντηση12.

Ο Γέροντας Παΐσιος ήταν κατεξοχήν πρακτικός άνθρωπος. Ο,τι έπιανε στα χέρια του, το έκανε με μεράκι. Στις σχέσεις του με όλους ήταν απλός, αυθόρμητος, προσηνής, ανεπιτήδευτος. «Ήταν μέσα σε όλα, χωρίς να ασχολήται με όλα. Γνώριζε τα του κόσμου, διαμένοντας στην έρημο. Ήταν πνευματικά μαζί με όλους, αγαπούσε όλο τον κόσμο και απείχε από όλους»13. Σύνθεση αντιθέσεων παρουσίαζε και στην συμπεριφορά του. Ήταν λεπτός και επιεικής προς τους άλλους, αλλά σκληρός και αυστηρός προς τον εαυτό του. Αναλάμβανε με προθυμία βάρη δυσβάστακτα, αλλά προσπαθούσε με κάθε τρόπο να ελαφρύνει τους άλλους.

Είχε ένθερμο θεϊκό ζήλο, και ευχόταν να αναδεικνύονται στην Εκκλησία άνθρωποι με τον ζήλο αυτόν. Ταυτόχρονα όμως ήταν ελεύθερος από άγονες τυπικότητες και ζηλωτικές παρωπίδες που δημιουργούνται από παρεξηγημένη ευσέβεια. Απέφευγε μάλιστα να χρησιμοποιεί και τον όρο ευσέβεια και μιλούσε πάντοτε για ευλάβεια. Τέλος, όταν έβλεπε και την ευλάβεια κάπου προβληματική, έλεγε με το λεπτό του χιούμορ ότι πρόκειται για βλάβη και όχι για ευλάβεια.

Η μορφή του Γέροντα Παϊσίου προσέλκυσε πολλούς στον μοναχισμό και πολύ περισσότερους ασφαλώς στην χριστιανική πίστη και ευλάβεια. Απέφευγε κάθε πειθαναγκασμό ιδίως για την είσοδο στον μοναχισμό. Σεβόταν απόλυτα την ελευθερία και στήριζε τον ελεύθερο αυτοπροσδιορισμό του ανθρώπου. Έλεγε: «Ο κάθε άνθρωπος πρέπει να βρη και να αγιάση την κλίση του. Ο προκομμένος άνθρωπος, όπου και αν βρεθή, είτε στον γάμο, είτε στον μοναχισμό, θα είναι επιτυχημένος»14.

Άγ. Παΐσιος, φλέγόμενος από αγάπη για τον συνάνθρωπο

Πολλά είναι τα θαυμαστά γεγονότα από την ζωή και τα έργα του μακαριστού Γέροντα Παϊσίου που μας έγιναν ήδη γνωστά, αλλά υπάρχουν ασφαλώς και πολλά άλλα μάλλον πιο θαυμαστά που παρέμειναν η και θα παραμείνουν για πάντα άγνωστα. Όλα όμως τα γεγονότα αυτά που γνωρίζουμε, η και θα γνωρίσουμε ακόμα, έχουν ενδεικτική μόνο σημασία· δεν συνιστούν την παρουσία του, αλλά «σημεία» της παρουσίας του.

Ο Γέροντας Παΐσιος έκανε, αλλά και εξακολουθεί μετά την κοίμησή του να κάνει πολλά θαύματα. Δεν ήταν όμως θαυματοποιός. Ήταν άνθρωπος του Θεού, αληθινός Χριστιανός. Ήταν άνθρωπος της αγάπης και της θυσίας» άνθρωπος που πρόσφερε κυριολεκτικά ολόκληρο τον εαυτό του και ολόκληρη την ζωή του στον Θεό και στην εικόνα Του, τον άνθρωπο. Ήταν ο αθλητής του Χριστού, ο υπηρέτης του ανθρώπου, ο ασκητής του ορθόδοξου μοναχισμού.

Η παρουσία του ήταν παρουσία αγάπης· αληθινής και ανιδιοτελούς αγάπης χωρίς όρια. Τα όριά της ήταν η απεραντοσύνη. Ζούσε στους άλλους, χωρίς ποτέ να παύει να είναι ο εαυτός του. Ο πραγματικός εαυτός του ήταν ο πλησίον· ο κάθε πλησίον. Έβγαινε κυριολεκτικά από την ατομικότητά του, για να προσφερθεί στους άλλους. Και προσφερόμενος στους άλλους, ένωνε όλους μέσα του: στην αγάπη του, στην φροντίδα του, στην αγωνία του, και προπαντός στην προσευχή του.

Όταν άκουε τον πόνο σου η το δύσκολο πρόβλημά σου, αναστέναζε βαθιά. Έκανε τον πόνο η το πρόβλημά σου δικό του πόνο και δικό του πρόβλημα. Σε έβαζε στην προσευχή του και δεν σε ξεχνούσε. Σε στήριζε, δημιουργούσε προοπτικές, έδινε απαντήσεις και συμβουλές, που ίσως αμέσως δεν τις καταλάβαινες, αλλά αργότερα αντιλαμβανόσουν το νόημά τους. Θυμόταν τα ονόματα όλων και τα προβλήματά τους. Εκείνος ξεχνούσε τα βάσανά του. Ευχαριστούσε τον Θεό για τους πόνους και τις αρρώστιες του. Ποτέ δεν ζητούσε την απαλλαγή του από αυτές.

Καυτηρίαζε ιδαίτερα την αδικία, αλλά και την διεκδίκηση δικαιωμάτων από πνευματικούς ανθρώπους. Ο άνθρωπος, έλεγε, «όσο πιο κοσμικός είναι, τόσο περισσότερο δικαίωμα έχει· όσο πιο πνευματικός είναι, τόσο λιγώτερο δικαίωμα έχει... Ακόμη και πνευματικοί άνθρωποι ζητούν μια νομική δικαιοσύνη και λένε ότι πιστεύουν στον Θεό! “Το δίκιο σου, το δίκιο μου”»15. Η διάνοιξη προς την παγκοσμιότητα γίνεται με την θυσία για τον άλλον. Όσο περισσότερο ωριμάζει πνευματικά ο άνθρωπος, τόσο λιγότερα δικαιώματα διεκδικεί. Έτσι εφαρμόζεται η θεία δικαιοσύνη. Ενώ η ανθρώπινη δικαιοσύνη, όσο τέλεια και αν εφαρμόζεται, δεν μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους. Δεν μπορεί και δεν ανήκει στην φύση της να αναιρέσει το « εμόν» και «το σον», τον ψυχρό αυτό λόγο, όπως λέει χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος, που διασπά την ενότητα των ανθρώπων16.

Ζούμε σε εποχή, κατά την οποία όλα ισοπεδώνονται, και πριν από όλα το ανθρώπινο πρόσωπο. Η παγκοσμιοποίηση τείνει να μας κάνει σκέτους αριθμούς, η ακριβέστερα νούμερα. Στην θέση του ισοπεδωμένου ανθρώπου, που ασφυκτιά φυλακισμένος στον ίδιο τον εαυτό του, ο Γέροντας Παΐσιος πρόβαλε τον αυθεντικό άνθρωπο, τον παγκόσμιο, που «συγχωρεί» μέσα του ολόκληρο τον κόσμο, ολόκληρο το θεανθρώπινο είναι. Μας έδειξε με την παρουσία του, πως μας θέλησε εξαρχής ο Θεός και πως θέλει πάντοτε να γίνουμε.

Ο γέροντας Παΐσιος αναγνωρίζεται ως άγιος στην συνείδηση του πληρώματός της Εκκλησίας μας. Αμέτρητοι προσκυνητές από όλον τον κόσμο επισκέπτονται με ευλάβεια τον τάφο του στο Ιερό ησυχαστήριο «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος» στην Σουρωτή της Θεσσαλονίκης. Στο φετεινό μνημόσυνό του, στις 12 Ιουλίου 2014, περισσότεροι από πενήντα χιλιάδες προσκυνητές, και άλλοι τόσοι και περισσότεροι κατά τις επόμενες δύο ημέρες, προσήλθαν και προσκύνησαν το μνήμα αυτού που ευχόταν και εξακολουθεί ασφαλώς να εύχεται υπέρ όλου του κόσμου.

Ένας παρεξηγημένος άγιος: ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης

Ισχυρή πλειοψηφία για να μιλήσουμε με όρους πολιτικής επικαιρότητος των σημερινών Νεοελλήνων αξιώθηκε όχι απλά να μάθει, αλλά και να γνωρίσει εκ του σύνεγγυς τον νεοκαταταγέντα όσιο της Εκκλησίας μας Παΐσιο τον αγιορείτη († 1994). Μεταξύ αυτών καυχάται εν Κυρίω και η ελαχιστότητα του γράφοντος για την τιμή που του επεφύλαξε η θεία πρόνοια να συναντήσει πολλάκις και να συνομιλήσει με την τεράστια και εμβληματική αυτή μορφή της Ορθοδοξίας των εσχάτων χρόνων που διανύουμε.

Γράφει ο Κώστας Νούσης, Θεολόγος-Φιλόλογος

Όποιος είδε από κοντά τον Άγιο, κατάλαβε πρώτα και πάνω από όλα, τι εστί Άνθρωπος στο ουσιώδες περιεχόμενό του και εν ταυτώ διαισθάνθηκε προσέψαυσε, έστω και επ’ ελάχιστον και αμυδρώς, τι εστί Θεός, μάλλον ο Θεός μας, της αρχοντικής, της ακριβής, της πατρικότατης αγάπης.

Δεν είναι σκοπός μας εδώ να απαριθμήσουμε τις προσωπικές μας εμπειρίες από την αγιότητα του ανδρός, όπως ενδεικτικά αναφέρουμε την εκπλήσσουσα επίκληση του ονόματος τού κατά σάρκα αδερφού όταν τον συνάντησε πρώτη φορά, χωρίς φυσικά να τον γνωρίζει εκ των προτέρων, την προφητεία του για τη μελλοντική κοίμηση συγγενικού προσώπου, η οποία εξεπληρώθη θαυμαστώ τω τρόπω, ή και την απάντηση σε ερωτήματα, πριν ακόμη εκφρασθούν λεκτικά προς τον αγιορείτη ασκητή.

Όλα τούτα είναι απλώς εν(απο)δεικτικά της δαψιλούς Χάριτος του πατρός και μείζονα σημασία έχουν μάλλον για τους πιστούς παρά για τους εκτός και κατά της Εκκλησίας και του Θεού. Στόχος μας, όμως, εν προκειμένω είναι να (δια)λύσουμε τόσο αναδρομικά, όσο και προληπτικά, κάποιες παρερμηνείες των λόγων και των έργων του νεοφανούς Οσίου, χωρίς φυσικά να έχουμε την εσφαλμένη εντύπωση ότι χρήζει της δικής μας ασθενέστατης απολογητικής η φήμη του αγίου Παϊσίου.

Αφορμή, λοιπόν, του παρόντος αποτέλεσε ένα μικρό κείμενο στο fb, αλλά και μια πρόσφατη συζήτηση με φίλο αμφισβητία της ορθοδόξου παραδόσεως, σύμφωνα με τα οποία διαμορφώθηκε κάποια άποψη επί των βασικών αξόνων πάνω στους οποίους κινούνταν εργάζονται και θα δρουν εξάπαντος όσοι προσπαθούν να παραχαράττουν, να καπηλεύονται και να εκμεταλλεύονται εκνόμως το τίμιο όνομα, τη διδασκαλία και τη δόξα του μεγάλου αυτού ασκητή. Θα συμπύκνωνα σε τρεις λέξεις την πλαστογράφηση τούτη: εθνικιστής, ομοφοβικός, μισογύνης. Ίσως τα δυο τελευταία θα αποτελούσαν κάλλιστα μαζί μια ενότητα. Η ουσία πάντως όλων αυτών εστιάζεται στην κατάφωρη παραποίηση της αλήθειας και της αγιότητας του γερο Παϊσίου.

Ξεκινάω από το τελευταίο. Μου παρέθεσαν ένα απόσπασμα από επιστολές του Οσίου σε αρχάριους και υποψήφιους μοναχούς, στο οποίο εντόπισαν, υποτίθεται, μισογυνισμό. Η προφανής πραγματικότητα των εξωκειμενικών στοιχείων της επιστολής ήτοι των παραληπτών και της στοχοθεσίας της να προφυλάξει τους άπειρους και νέους από τη σφοδρότητα των σαρκικών παθών και πειρασμών είτε παραλείφθηκε εσκεμμένα είτε και αγνοείται από τους επικριτές του λόγω άγνοιας γενικότερης και προπαντός των ορθόδοξων και ασκητικών προϋποθέσεων του χριστιανισμού. Θα παρένθετα απλά για την ιστορία τη γνωστή προτροπή του αγίου Κοσμά του Αιτωλού να προτιμήσουμε την πλευρά του διαβόλου παρά της γυναικός, το οποίο θα τον κατέτασσε σε υψηλότερο βάθρο μισογυνισμού από τον σύγχρονό μας όσιο! Αλλά αν δεν ξέρει, ή, καλύτερα, αν δεν θέλει κανείς να κρίνει ορθώς

Για την ιστορία πάντως να υπομνήσουμε απλά ότι ο Γέροντας είχε για πολλά χρόνια άριστες πνευματικές σχέσεις με μοναχές και με απλές πιστές γυναίκες του λαού και εν τέλει κοιμήθηκε στο μοναστήρι της Σουρωτής, κάτω από τη φροντίδα τής εκεί ευρισκομένης γυναικείας αδελφότητας.

Περιττό να πούμε ότι και εδώ βρέθηκαν καλοθελητές να τον επικρίνουν, θεωρώντας την κοίμησή του εκτός Αγίου Όρους σημείο μη ευαρέστησης του Κυρίου, εξαιτίας μιας άγραφης παράδοσης ότι οι αγιορείτες είναι θεάρεστο να πεθαίνουν μέσα στο Περιβόλι της Παναγίας. Και δεν σκέφτηκαν οι εν λόγω λαϊκοί και μοναχοί και ιερωμένοι κατήγοροί του το αυτονόητο: πως ο Θεός επέτρεψε να κοιμηθεί στον κόσμο, ακριβώς για να καταστεί το μοναστήρι προσκύνημα, για να βοηθιέται πιο εύκολα και άμεσα ο παγκόσμιος λαός του Θεού. Ήδη από όλη την υφήλιο προσέρχονται να προσκυνήσουν και να προσευχηθούν στον τάφο του Οσίου.

Το πνεύμα των προφητειών του Οσίου Παϊσίου

Τι δηλοί ο μύθος, όπως τον είδαμε στην «εθνικιστική» πατριδολατρία και στις εσχατολογικές «εμμονές» του πατρός; Σημαίνει το αυτονόητο. Ότι ένας άγιος, ακόμη και τόσο φωτισμένος σαν τον όσιο Παΐσιο, δεν είναι ο αλάθητος Θεός. Είναι ένας άνθρωπος που διατηρεί την ελευθερία και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του, τα οποία σέβεται σε απόλυτο βαθμό και ο ίδιος ο Κύριος.

Γράφει ο Κώστας Νούσης, Θεολόγος-Φιλόλογος

Στα σημεία αυτά μπορεί να εμφιλοχωρήσουν ανθρώπινα, άρα σχετικά και ατελήστοιχεία. Αυτό το έχουμε δει στα λάθη πολλών Αγίων, τα οποία μπορεί να είναι μικρά, ενδέχεται όμως να είναι και μεγάλα (βλ. τη χαρακτηριστική περίπτωση του ιερού Αυγουστίνου). Για τον όσιο Παΐσιο, όμως, θα λέγαμε με ασφάλεια ότι μακάρι και εμείς να κάναμε τα δικά του χαριτωμένα «λάθη» και να είχαμε τις δικές του αγιασμένες «ατέλειες»...

Το ανθρώπινον, εντούτοις, όχι μονάχα δεν υποβαθμίζει και δεν καταργεί, αλλά και εξαίρει τη μεγαλοσύνη της αγιότητας. Όταν οι Άγιοι μιλούν εν Πνεύματι, όταν δηλαδή καθίστανται όργανα του Θεού, τότε είναι ασφαλέστατοι οδηγοί. Τέτοιος αδιαμφισβήτητα ήταν και ο όσιος Παΐσιος, όπως τον βλέπουμε στην ακρίβεια των αναρίθμητων προρρήσεων και διοράσεών του κατά την εξατομικευμένη πολύχρονη ποιμαντική διακονία του στον λαό του Θεού, κατά την οποία δι’ αυτού σώθηκαν χιλιάδες ψυχές, τόσο σε πνευματικό, όσο και σε σωματικό επίπεδο με το θαυμαστό ιαματικό του χάρισμα.

Είναι λυπηρό να βλέπουμε τη «διαπόμπευση» του αγίου μέσα από πρόχειρες και φτηνές φυλλάδες περί αυτού σε εφημερίδες και έντυπα αναρτημένα στα περίπτερα. Είναι δυστύχημα και αφέλεια να αναμένουμε πόλεμο, ερειδόμενοι σε δήθεν προφητείες (του) για υποτιθέμενα πολεμικά γεγονότα μετά την αγιοκατάταξή του. Δυστυχώς, σε τέτοιες πλάνες μπορεί να πέσουν και σοβαροί και πνευματικοί άνθρωποι. Αλλά δεν ήταν αυτό το πνεύμα του Οσίου ούτε εξάπαντος συμπορεύονται όλα τούτα με το θέλημα του αγίου γέροντος. «Πόσο χαζός είναι, ας πούμε, ο διάβολος βρε παιδάκι μου, και μεις τον ακούμε και μας ξεγελάει», μου είπε κάποτε ο χαριτολόγος και θυμόσοφος όσιος ένα Σάββατο, καθ’ οδόν προς γειτονικό Κελί στο οποίο θα τελούνταν αγρυπνία. Είναι κρίμα, λοιπόν, να κάνουμε το χατίρι του πονηρού, διασύροντας και αδικώντας την Εκκλησία και τους Αγίους Της με την αφέλεια και την ανοησία μας. Ας γίνουμε πιο προσεκτικοί και διακριτικοί.

Η Εκκλησία δεν κατέταξε στο αγιολόγιό της τον γέροντα, προκειμένου να μας επισημάνει ότι τάχα πρέπει να προσδοκάμε μεγάλες εδαφικές ανακατατάξεις ή σύντομα το τέλος του κόσμου και τοιουτοτρόπως να εισέλθουμε σε μια κατάσταση διαρκούς ανησυχίας και γενικευμένου άγχους. Το έκανε απλούστατα, διότι «πιεζόταν» χρόνια τώρα από τη συνείδηση του εκκλησιαστικού πληρώματος. Η αλάθητη φωνή του λαού στη σύνολη Εκκλησία εξάπαντος εστιάζεται το ανυπόστατο ομώνυμο παπικό προνόμιο διακήρυξε προ πολλού την αγιότητα του πιο διάσημου ορθόδοξου μοναχού των τελευταίων ετών. Η απίστευτη άσκησή του, που τον σακάτεψε σωματικά, η φοβερή για τους δαίμονες αδιάλειπτη μέχρι αυτοθυσίας αιματηρή (κατά κυριολεξίαν) προσευχή του, ο μεγάλος του πόνος και η υπερχειλίζουσα αγάπη του για τα πάθια και τις αμαρτίες όλου του κόσμου, χωρίς φυλετικές και θρησκευτικές διακρίσεις, η ακλόνητη και αδιάπτωτη πίστη του στην Ορθόδοξη Εκκλησία, η εκκλησιαστική του συνείδηση περί ενότητας μακριά από φανατισμούς17, η απλότητα, το χιούμορ, η ευστροφία, το ετοιμόλογον και θυμόσοφον, η υπερβάλλουσα ταπείνωση, η υπομονή και κάθε αρετή που κοσμούσε τον Όσιο συνέστησαν προπαντός τους λόγους για τους οποίους τον χαρίτωσε ο Χριστός και τον δοξάζει εν τη Εκκλησία Αυτού νυν και αεί και εις τους αιώνας, τώρα πια και επισήμως καταχωρημένον στη χορεία των απ’ αιώνος Οσίων.

Θα κλείσουμε με ένα μικρό απόσπασμα από έναν διάλογο με τον Άγιο. «Πέστε μας κάτι, Γέροντα. Τι να πω; Ό,τι λέει η καρδιά σας. Αυτό που λέει η καρδιά μου είναι να πάρω το μαχαίρι, να την κόψω κομματάκια, να την μοιράσω στον κόσμο, και ύστερα να πεθάνω»18, Εμείς κρατάμε αυτήν την «μάχαιραν του Πνεύματος» και του πνεύματος εκείνου (Εφ.6:17) και οι άλλοι ας κάθονται να ονειρεύονται και ίσως και να ακονίζουν άλλες μάχαιρες...

Η γνωριμία με τον Άγιο Παΐσιο

Όντας στο απόλυτο αδιέξοδο και παίζοντας επικίνδυνα με τον να σκοτώσω και να αυτοκτονήσω, στις 26 Αυγούστου του 1991 ημέρα Δευτέρα παράτησα τα πάντα και πήγα στην Αθήνα με σκοπό να βγάλω ναυτικό φυλλάδιο, να μπαρκάρω και να πάω στην Ιαπωνία στα όρη Φουκούϊ στους μοναχούς Ζεν.

Κατεβαίνοντας με τον Ηλεκτρικό για Πειραιά για την οδό Μιαούλη 10, όπου ήταν η σχετική υπηρεσία, μου λέει ξαφνικά ο λογισμός να πάω πρώτα στο Αγιονόρος στον ΓεροΠαΐσιο. Ακαριαία σκέφτομαι πως δεν γνωρίζω τον άνθρωπο. Κατέβηκα, ήπια έναν καφέ και γύρισα στην Αθήνα. Την Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου του 1991 το πρωΐ στις 10 παρά τέταρτο στην Παναγούδα, με φώναξε με το όνομά μου παρουσία 17 ατόμων και σε πέντε λεπτά μου είπε την κατάστασή μου με ευγενέστατες ευθύβολες ερωτήσεις, ενόσω μιλούσα.

Γιώργος Αγέτης

Δύο θαύματα του Οσίου Παϊσίου Αγιορείτου

Γέροντας Εφραίμ Βατοπαιδινού: Ομιλία στον Ιερό Ναό Δώδεκα Αποστόλων Λονδίνου στις 4 Ιουνίου 2006

Θέλω να πω ότι αυτοί οι άγιοι που αγίασαν σήμερα έχουν μεγάλη δόξα, μεγάλη παρρησία στο Θεό και μας βοηθούν πάρα πολύ.

Πριν από τρεις μήνες συνέβη το εξής. Ένας οδηγός πήγαινε από τη περιοχή της Θέρμης στη Θεσσαλονίκη. Τον σταματά ένας καλόγερος και του λέει: «Παλικάρι, με παίρνεις μέχρι τη Θεσσαλονίκη;». «Βεβαίως, ελάτε». Ήταν μόνος ο οδηγός. Κάθησε δίπλα του και του λέει: «Κώστα, -χωρίς να τον ξέρειέχεις αρχόμενο καρκίνο στους πνεύμονες. Να πας στο νοσοκομείο και θα τον προλάβεις». Και αμέσως εξαφανίσθηκε. Αυτός έπαθε σοκ. Παίρνει μερικά τηλέφωνα και λέει τι του συνέβη. Του φέρνουν μερικές φωτογραφίες. Τον ρωτούν αν αναγνωρίζει ποιός είναι ο καλόγερος; Αυτός αναγνώρισε τον π. Παΐσιο. Πήγε πράγματι στο νοσοκομείο. Τον εξέτασαν οι γιατροί και βρήκαν αρχόμενο καρκίνο στους πνεύμονες, ενώ ο ίδιος δεν αισθανόταν πόνους. Βλέπετε αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι ευαρέστησαν τον Θεό εμφανίζονται μετά το θάνατο τους και πιστοποιούν την αλήθεια του ευαγγελίου.

Μία άλλη κυρία από την Κύπρο πήγε να προσκυνήσει στο τάφο του π. Παϊσίου. Γονατίζοντας για να προσκυνήσει γλίστρησε. Ακούμπησε το χέρι της κάτω για να στηριχθεί. Όταν πήγε στο ξενοδοχείο είδε ότι στον αγκώνα της υπήρχε χώμα. Αυτή χάρηκε γιατί το θεώρησε ως ευλογία από τον τάφο του π. Παϊσίου. Το μάζεψε και το έβαλε σε μια θήκη που είχε μαζί της. Μετά κοιμήθηκε. Το πρωί ξύπνησε και είδε ότι είχε βλαστήσει ένας κρίνος πάνω στο χώμα. Ποιός το φύτεψε, ποιός το πότισε;

Αυτά μας τα δίνει ο Θεός, σ’ αυτόν τον καιρό της αμφιβολίας και της απιστίας, για να μπορέσομε να βρούμε τη χάρη του. Γι’ αυτό, σας παρακαλώ, πάρτε στα σοβαρά το θέμα της σωτηρίας της ψυχής. Η ζωή μας φεύγει, είναι ένα όνειρο. Φεύγουμε. Εδώ είμαστε φιλοξενούμενοι. Όπως όταν πάμε σε μια κατασκήνωση. Θα μείνουμε εκεί δεκαπέντε μέρες και θα φύγουμε. Έτσι είναι και η ζωή αυτή. Ο άνθρωπος θα φύγει από τον κόσμο αυτό. Μακάριος και τρισμακάριος και τρισευτυχισμένος ο άνθρωπος εκείνος, ο οποίος σκέφτεται τα μη βλεπόμενα, σκέφτεται και ποθεί τα μη ορώμενα με τη σωστή ζωή του.”

Απάνθισμα από άλλους λόγους του ηγουμένου για τον όσιο:

– Ο μακάριος Γέροντας Παΐσιος έλεγε: «Αν ο κόσμος επισκεπτόταν περισσότερο τα μοναστήρια και είχε πνευματικές σχέσεις με μοναχούς, θα έκλειναν πολλά ψυχιατρεία». Στο μοναστήρι καλλιεργείται ο αγιασμός του μοναχού, ο οποίος καλείται να λειτουργήσει ως ζύμη για την πνευματική προκοπή και την σωτηρία του κόσμου.

– Όπως έλεγε και ο γερό-Παΐσιος ότι στη Δευτέρα παρουσία θα έχουμε πολλές εκπλήξεις. Βέβαια εκπλήξεις θα έχουμε μ’ αυτούς που θεωρούμε εναρέτους και καμιά φορά δεν είναι. Εκεί δεν θα τους δούμε εναρέτους. Και από την άλλη θα δούμε αυτούς που δεν τους εκτιμήσαμε πολύ και θα λάμπουν ως μεγάλοι αστέρες στην μακαριότητα του Θεού.

– Ερώτηση: Δέν μπορεί να έχει την διάκριση ο άνθρωπος, να βλέπει μόνον ο,τι είναι καλό;

Απάντηση: Δυστυχώς δεν έχει διάκριση. Παρόλο που η τηλεόραση έχει ένα κουμπί που ανοίγει και που κλείνει, ο άνθρωπος αν το ανοίξει, μετά φέρεται δαιμονικά. Η δαιμονική ενέργεια έρχεται πάνω του και τον προσελκύει, και αντί να δει τις ειδήσεις μόνο, βλέπει κι άλλα έργα και μένει μέχρι

Αφήνω ότι και ούτε τις ειδήσεις πρέπει να βλέπει. Αυτό συνιστούσε ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος. Ούτε και τις ειδήσεις!

– Στην σημερινή εποχή που ο άνθρωπος έχασε τη πίστη και την ελπίδα του και ζει μέσα στη απαρηγόρητη μοναξιά χρειάζεται στήριγμα και παραμυθία. Η αρρώστια χρειάζεται υπομονή και ελπίδα. Αν δεν την έχει ο άρρωστος τότε αυξάνει τους πόνους του. Ο υπομονητικός άνθρωπος θα πάρει μεγάλο μισθό από το Θεό, αν υπομείνει αγόγγυστα την βαρειά ταλαιπωρία της αρρώστιας. Ιδιαίτερα όσοι πάσχουν από χρόνιες ασθένειες που τις συνοδεύουν δυνατοί πόνοι δεν πρέπει να απελπίζονται, δεν πρέπει να χάνουν το θάρρος τους. Όπως έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος: «Ο άνθρωπος, όταν είναι τελείως καλά στην υγεία του, δεν είναι καλά. Καλύτερα να έχει κάτι. Εγώ, τόσο ωφελήθηκα από την αρρώστια, δεν ωφελήθηκα από όλη την άσκηση, που είχα κάνει μέχρι τότε.

Αγιότητα και θαύματα του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου

Ο Γέροντας της Καλύβης Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Νέας Σκήτης Παΐσιος μοναχός, μιλάει για τον άγιο Παΐσιο, τα θαύματά του και την οσιακή βιοτή του (απομαγνητοφωνημένη συνέντευξη του Γέροντα της Καλύβης Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Νέας Σκήτης, Παΐσιου μοναχού.

Το 1996 γνώρισα αναξίως, δύο χρόνια αφότου είχε κοιμηθεί ο γέροντας Παΐσιος, στο μνημόσυνο το ετήσιο τον προηγούμενο της Μονής Μαχαιρά, τον πατέρα Χαρίτωνα. Εκεί μέσα στην κουβέντα μας, είχαμε κανένα δίωρο συνομιλία, μου είπε ότι ο πατήρ Παΐσιος, επειδή ανταλλάξαμε έτσι λίγο τις απόψεις μας σχετικά με τον γέροντα, ήταν και πρόσφατη η κοίμησή του, μου λέει:

– Είναι τόσο μεγάλος Άγιος, λέει, που έχω δύο λόγια να σου πω, ο Θεός τον κατέταξε να ίναι ισαπόστολος.

Λέω:

– Μα τι λέτε γέροντα, είναι δυνατόν;

– Ναι, μου λέει. Την ημέρα που κοιμήθηκε, λέει, με το παλαιό εορτολόγιο είναι των Αγίων Πέτρου και Παύλου, λέει, των Αγίων Αποστόλων, λέει, και δεν είναι τυχαίο αυτό, θα το δεις με τα χρόνια.

Εγώ για να είμαι ειλικρινής λόγω πνευματικής αδυναμίας δεν το αμφισβήτησα αλλά λέω άσε ο καιρός θα δείξει, ας πούμε, εάν είναι τόσο μεγάλος Άγιος ο γέρο Παΐσιος. Και πράγματι τώρα όταν μιλάμε το 2014 νομίζω ότι όποια πέτρα σηκώσεις από κάτω θα βρεις τον γέροντα. Δηλαδή η αναφορά του είναι παγκόσμια, οικουμενική δηλαδή στη Ρωσία, στη Σερβία, στη Ρουμανία, στην Αμερική, στην Αυστραλία, όλοι ξέρουνε τον γέροντα Παΐσιο. Αναξίως αυτή την ευλογημένη στιγμή που ο Θεός οδήγησε τα βήματά μου στο κελάκι του και έγινε η απαρχή της σωτηρίας μου βέβαια χωρίς να ξέρω εάν θα το πετύχω τον στόχο αυτόν αλλά μου έδωσε ένα κίνητρο ο Θεός, έτσι, να τον γνωρίσω από κοντά και να μου αποκαλύψει πολλά πράγματα και για την μέλλουσα ζωή μου, δηλαδή, και την πορεία μου και να με ενθαρρύνει πάρα πολύ, λόγια τα οποία ακόμα και σήμερα πατρικά βγαίνουνε έτσι μέσα από το μυαλό μου που μου είχε πει και με στηρίζουν. Τον συνάντησα μόνο γύρω στις τρεις με τρεισήμισι ώρες αλλά ήτανε καταλυτικές γιατί από εκεί και πέρα όλη η πορεία μου ήτανε πορεία μέσα στην εκκλησία. Δεν ξέρω πόσο ανάξια, δηλαδή, ίσως κριθώ και φερθώ με το πέρασμα του χρόνου, αυτό μόνο ο Θεός το ξέρει αλλά αυτή την ομολογία για τον γέροντα Παΐσιο μπορώ να το κάνω γιατί με συγκίνησε και με οδήγησε, έτσι, κοντά στον Χριστό με πολλή αγάπη και με το παράδειγμά του. Δηλαδή περίμενα να δω έναν άνθρωπο απόλυτο, ακραίο, φανατισμένο και είδα έναν άνθρωπο αγάπης ο οποίος σε αγκάλιαζε και με το βλέμμα του και κατ’ ουσία με τα χέρια του και σου έδινε αυτή τη Χάρη του Θεού.

Ζούσε, σε μία κατάσταση, έτσι, ο ίδιος βιωματική και αυτή την κατάσταση στην μετέφερε, αλλοίωνε το περιβάλλον γύρω του και ευτυχώς για μένα αλλοίωσε και την ψυχή μου και στράφηκα στον Χριστό και συνέχισα, έτσι, την πορεία μου από εκεί και πέρα σαν πιστό μέλος της εκκλησίας και αργότερα σαν μοναχός. Μου προείπε πολλά πράγματα τα οποία βγαίνουνε στην ζωή μου σταδιακά, το ότι θα γίνω μοναχός, θα πάρω το όνομά του, χωρίς να καταλαβαίνω τι λέει τότε γιατί δεν πολυπίστευα ότι θα γίνω μοναχός. Μου απάντησε πάρα πολλά ερωτήματα που είχα για την ζωή μου, για την ζωή του κόσμου, για την πορεία της ανθρωπότητας και αυτά και μου τα απαντούσε, έτσι, επιτηδευμένα με τη σειρά που τα ήθελα εγώ δηλαδή. Και με βοήθησε πάρα πολύ. Η αναφορά μου τώρα σ’ αυτό είναι πάρα πολύ μικρή αν σκεφτείτε άλλα θαυμαστά γεγονότα και χειροπιαστά που ακούμε συνέχεια και κάθε μέρα. Χαίρομαι όμως που μέχρι στιγμής με την βοήθεια του Θεού δεν μας έχει εγκαταλείψει η παρουσία του, τον βλέπουμε συνέχεια μπροστά μας και στην εδώ πορεία μας εις το Άγιον Όρος και οπουδήποτε αλλού βρεθούμε έρχεται ένα μήνυμα, ας πούμε, ότι να εγώ εδώ είμαι και συμπαραστέκομαι και μη φοβάστε.

Αν κάτσω να απαριθμήσω, έτσι, γεγονότα και περιστατικά δεν νομίζω ότι θα τελειώσουμε αλλά επειδή είναι προσωπικά και δεν έχουνε βάθος θαυματουργικό, απλά είναι δικές μου εμπειρίες οι οποίες δεν μοιράζονται εύκολα, ας πούμε, σε μία συνομιλία ή συνέντευξη γι’ αυτό θα τις κρατήσω, έτσι, για τον εαυτό μου και για κάποιους γνωστούς, έτσι, που τις μοιράζομαι, απλά σαν αναφορά στο πρόσωπό του μπορούμε να πούμε πλέον ότι στο 2014 που βρισκόμαστε και που ευχόμαστε σύντομα και όποτε η εκκλησία εκείνη κρίνει ικανή, ας πούμε, την περίσταση για να τον αγιοκατατάξει ότι είναι μία μεγάλη μορφή η οποία άφησε έντονα την παρουσία και το χρώμα της τόσο στο Άγιον Όρος όσο αλλά και στο παγκόσμιο ορθόδοξο στερέωμα.

(Στο σημείο αυτό στη συνέντευξη παρεμβάλλεται ηχητικό ντοκουμέντο από ομιλία του Αγίου Παϊσίου, όπου ακούγεται η φωνή του από παλαιά ηχογράφηση και το παραθέτουμε αυτούσιο)

..κατάσταση και δεν το καταλαβαίνουν αυτό το πράγμα και γογγύζουνε .. οπότε βλέποντας έτσι έναν άνθρωπο ο οποίος δεν έσφαλε καθόλου και ταλαιπωρείται του δίνει την ευκαιρία αυτή ο Θεός να καταλάβει... (...δεν ακούγεται καλά...).

Αλλά και ο άλλος ο οποίος δεν έφταιγε και ταλαιπωρείται ποτέ δεν λέει ότι εγώ δεν έσφαλα. Νομίζει και πιστεύει ότι είναι ένοχος. Από τη στιγμή που πια θα πιστέψει ότι δεν έσφαλε τότε (...δεν ακούγεται καλά...) ένα σφάλμα μεγάλο. Αυτές είναι σπάνιες περιπτώσεις που επιτρέπει ο Θεός. Είναι σαν να δίνουμε εξετάσεις να περάσουμε στην άλλη ζωή. Γι αυτό και ο Θεός αφήνει τον διάβολο ελεύθερο μέχρι ενός σημείου για να μας βοηθά με την κακία του, δεν τον άφησε για να μας ταλαιπωρεί. Ο καλός ο Θεός έκανε αγγέλους, μερικοί άγγελοι ξέπεσαν από την υπερηφάνειά τους κι έγιναν δαίμονες. Έπλασε τον άνθρωπο μετά ο Θεός, το τέλειο του δημιούργημα για να συμπληρώσει το άλλο του το ξεπεσμένο τάγμα. Και αυτό έχει και τη μεγάλη ευλογία (...δεν ακούγεται καλά...)..τους πρωτοπλάστους να γίνουν συνδημιουργοί. Οι μεν γονείς μας, οι παππούδες μας και λοιπά . (...δεν ακούγεται καλά...).και μας δίνουν το σώμα. Τη στιγμή που συλλαμβάνεται το παιδάκι οι γονείς δίνουν το σώμα ο δε Θεός δίνει την ψυχή. Οπότε μόλις γεννιέται το παιδάκι, βαπτίζεται ο Θεός του διαθέτει έναν άγγελο και προστατεύεται από τον Θεό, από τον φύλακα άγγελο και από τους γονείς. Όσο μεγαλώνουν τα παιδιά τόσο απαλλάσσονται κατά κάποιο τρόπο από τις ευθύνες οι γονείς. Και όταν τους πάρει ο Θεός και τους γονείς ο φύλακας άγγελος συνεχίζει να προστατεύει τον άνθρωπο όπως και ο Θεός φυσικά από ψηλά και από κοντά...

(Στο σημείο αυτό ο π. Παΐσιος Νεοσκητιώτης συνεχίζει τον λόγο του περί του Οσίου Παϊσίου)

Μία φορά όταν, με τη βοήθεια του Θεού μέχρι στιγμής πηγαίνω κάθε χρόνο στο ετήσιο μνημόσυνο του γέροντα, ας πούμε στην Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, στο ησυχαστήριο στη Σουρωτή. Μία χρονιά βρέθηκα σε μία περίπτωση μπροστά, παλιά καθόμουνα έτσι 3–4 μέρες προσευχόμουνα με την ανοχή των αδελφών εκεί. Βρέθηκα σε μία περίπτωση μία γυναίκα η οποία ήταν ντυμένη πολύ προκλητικά και ήταν στον τάφο του γέροντα. Παραξενεύτηκα γιατί οι αδελφές είναι πολύ προσεκτικές και τις ντύνουν ας πούμε, τις γυναίκες τις οποίες δεν είναι ευπρεπισμένες, ας πούμε, τις ντύνουνε κατάλληλα για να μπορούν να περάσουν, έτσι, στον ιερό χώρο του ησυχαστηρίου για να προσκυνήσουν. Και παραξενεύτηκα και όταν πήγα στο αρχονταρίκι μία αδελφή με είδε που ήμουνα λίγο προβληματισμένος, λέει συμβαίνει κάτι πάτερ; Λέω, έτσι κι έτσι. Α, λέει ξέρετε τι περίπτωση είναι αυτή; Είναι μία πόρνη λέει η οποία ήταν στην Θεσσαλονίκη, δούλευε μέχρι τις 3 η ώρα και όταν πήγε να κοιμηθεί είδε λέει έναν μοναχό στον ύπνο της και της λέει, τι κάνεις εδώ ευλογημένη, θα σε κάψει ο Θεός, θα σε βρει μεγάλο κακό λέει. Πήγαινε εκεί στην Σουρωτή, έχουνε πανηγύρι λέει. Και ήτανε η μνήμη του γέροντα. Και όταν ήρθε γύρναγε σαν χαμένη, δηλαδή, και όταν της δεί ξανε τον γέροντα λέει, αυτός είναι λέει που είδα στον ύπνο μου λέει. Ήτανε μία πολύ θαυμαστή παρουσία.

Άλλο ένα περιστατικό που άκουσα από έναν άνθρωπο που τον γνώρισε, εγώ δεν το ήξερα αλλά μετά μαθεύτηκε σαν πραγματικό περιστατικό, δεν ξέρω πόσο αλλοιωμένο είναι πάντως θα το μεταφέρω όπως μου το είπε εκείνος. Ένας υδραυλικός σε κάποια πόλη της βορείου Ελλάδος, τώρα δυτικής Μακεδονίας, δεν ξέρω ακριβώς ποια, Έδεσσα, Βέροια, Νάουσα; Δεν ξέρω, κάποια από αυτές τις πόλεις πάντως. Πήγε να φτιάξει έναν νεροχύτη σε ένα σπίτι που τον καλέσανε και όπως έφτιαχνε τον νεροχύτη με μία απότομη κίνηση, ήτανε αυτά τα αγκιστράκια που κρεμάνε τα είδη μαγειρικής, κουτάλες και λοιπά, και του μπήκε ένα από αυτά στο μάτι και όπως μπήκε στο μάτι του, το έβγαλε το μάτι κι ένοιωσε δύο χέρια πίσω του να τον κρατάνε και όπως έβγαλε σιγά-σιγά αυτό από το μάτι του, γυρνάει πίσω και βλέπει έναν μοναχό που δεν τον είχε ξαναδεί και του λέει, πλύνε το καλά και μη φοβάσαι του λέει και θα γίνεις καλά. Έπλυνε το μάτι του έγινε καλά αλλά έψαχνε να βρει ποιος μοναχός είναι.

Πουθενά δεν τον έβρισκε, κανένας. Τότε ο γέροντας δεν ήταν και πολύ γνωστός ακόμα σε πολλούς. Σε ένα ζαχαροπλαστείο που μπήκε μια από τις επόμενες ημέρες για να πάρει κάποια γλυκά βλέπει αυτή τη γνωστή φωτογραφία του γέροντα που κάθεται στην θάλασσα και τον αναγνώρισε. Και λέει, ποιος είναι αυτός; Λέει είναι ο γέροντας Παΐσιος. Λέει, μα που είναι; Θέλω τη φωτογραφία, πόσο; Λέει δεν τη δίνω, λέει, γιατί δεν έχω άλλη, ήτανε δύσκολο να τη βρω. Είναι μεγάλος άγιος, λέει η κοπέλα εκεί πέρα που ήταν στο ζαχαροπλαστείο και λέει αυτός μας σε παρακαλώ. Όχι, λέει, να πας εκεί να πάρεις εσύ, εκεί είναι ο τάφος στην Σουρωτή να πας να προσκυνήσεις. Και πήγε έτσι και είπε το θαύμα. Τον αναγνώρισε τον γέροντα, είπε στις αδερφές το θαύμα από ότι ξέρω, και υποσχέθηκε κάθε χρόνο να πηγαίνει για την τράπεζα της Μονής στην μνήμη του γέροντα τα, νομίζω, δαμάσκηνα που παράγει η περιοχή τους εκεί.

Την επόμενη χρονιά ήθελε να εκπληρώσει το τάμα του αλλά είχε μία τέτοια καταρρακτώδη βροχή που δεν μπορούσε να πάει στο κτήμα αλλά επειδή το είχε υποσχεθεί και ήτανε τόσο έντονο το θαύμα του γέροντα λέει, εγώ θα ξεκινήσω και θα πάω, ας πούμε, στο κτήμα να μαζέψω τα δαμάσκηνα. Εκεί λοιπόν καθώς έφτασε βρέθηκε μπροστά σε δεύτερο θαύμα, έβρεχε γύρω-γύρω από τα άλλα κτήματα και στο δικό του κτήμα δεν έβρεχε, ας πούμε, και μπήκε μέσα και μάζεψε τα δαμάσκηνα. Αυτό το άκουσα προσωπικά από τον φίλο του αυτουνού που έγινε το θαύμα και θέλω να πιστεύω ότι είναι αλήθεια γιατί βέβαια υπάρχουν από τις αδερφές καταγεγραμμένα και πολλά, ίσως και αυτό το θαύμα. Υπάρχουν πολλά θαύματα καταγεγραμμένα και αποδεδειγμένα, δηλαδή.

Τώρα πλέον όποιος και να μιλήσει για τον γέροντα Παΐσιο είναι γνωστός σε όλους.

Όσιος Παΐσιος: Θαυμαστή εμφάνιση και βοήθεια

Μαρτυρία κ. Ξυναρή Νικολάου, κατοίκου Πάφου της Κύπρου

Γράφει ο Ιερομόναχος Ισαάκ

«Το επάγγελμα μου είναι υδραυλικός. Μια μέρα τον Ιούλιο του 1997, τελείωσα την εργασία μου και μάζευα τα εργαλεία μου για να τα βάλω στο αυτοκίνητο. Ήταν σούρουπο, δεν έβλεπα καλά.

Είχε έναν «ττέλιν» (σύρμα) πού απλώνουν τα ρούχα και κρεμόταν απ’ αυτό άλλο «ττέλιν» με ένα γάντζο δύο πόντους στην άκρη.

Αφού μάζεψα τα εργαλεία και σηκώθηκα να πάω στο αυτοκίνητο, μπήκε ο γάντζος στο μάτι μου και έμεινα ακίνητος, σαν το ψάρι στο αγκίστρι.

»Φώναξα „βοήθεια“ με όλη μου την δύναμη. Έτρεξε ο κύριος πού είχε το σπίτι, με είδε και μου είπε να μου βγάλη τον γάντζο.

Του είπα όχι, διότι έφοβόμουν μήπως βγάζοντας το με τυφλώση. Του είπα να πάη στο αυτοκίνητο μου να φέρη μια πένσα, να μου κόψη το «ττέλιν» και να με πάη στις πρώτες βοήθειες, να μου το βγάλουν εκεί».

»Μέχρι να πάη και να ξανάρθη, εγώ έκλαιγα και λυπόμουν επειδή είχα τρία παιδιά και δεν ήθελα να έχουν ένα πατέρα τυφλόν.

»Έκείνη την στιγμή εμφανίστηκε μπροστά μου ένας άνθρωπος λεπτός με μαύρα ράσα. Μόλις είδα τον άνθρωπο αυτόν και έβαλα τον σταυρό μου, ένιωσα ένα ρίγος και ένιωσα το χέρι του κάτω από το μάγουλο και έσπρωχνε την κεφαλήν μου επάνω και βγήκε από το μάτι μου ο γάντζος.

»Όταν ήρθε ο άνθρωπος πού πήγε να φέρη την πένσα, πήγαμε στις πρώτες βοήθειες. Με εξέτασαν οί γιατροί, τους διηγήθηκα τί συνέβη και δεν πίστευαν. Στην κόρη του ματιού είχε ένα κόψιμο. Μου έδωσαν μια αλοιφή και για τρεις-τέσσερις μέρες έπρεπε να εχω κλειστό το μάτι μου με μια γάζα.

»Την επομένη μέρα μπαίνοντας σ’ ένα μαγαζί βλέπω ψηλά στον τοίχο σε φωτογραφία τον άνθρωπο πού εμφανίστηκε μπροστά μου. Ερώτησα την κυρία πού είχε το κατάστημα ποιος είναι. Μου είπε ότι είναι ενας μοναχός πολύ ακουστός πού ονομάζεται Παΐσιος. Έπρεπε να πάρω αυτήν την φωτογραφία, διότι ήταν κάτι το ανεκτίμητο για μένα. Την παρακάλεσα να αγοράσω την φωτογραφία να της δώσω όσα θέλει. Αυτή μου έδωσε ένα βιβλίο, πού γράφει για τον π. Παΐσιο. Το διάβασα την ίδια μέρα και έκτοτε το έχω μέσα στο αυτοκίνητο μου για φυλακτό».

Πηγή: Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, σελίδες: 360–361 Έκδοσις Καλύβης Αναστάσεως, Καψάλα, Άγιον Όρος, 2004

Μια διαφορετική πανήγυρη

Μαρτυρία Μητρ. Λεμεσού Αθανασίου για τον Όσ. Παϊσιο

Γράφει ο ιερομόναχος Ισαάκ

Πήγα στον Γέροντα τον Σεπτέμβριο του 1977, ήμερα Δευτέρα, παραμονή του Τιμίου Σταυρού. Χτύπησα την πόρτα πολύ πρωΐ, ο Γέροντας μου άνοιξε. Ήταν πολύ χαρούμενος και ευδιάθετος. «Α, ευτυχώς πού ήρθες διάκο», μου λέγει, «και έχω πανήγυρη αύριο. Θάρθουν ψάλτες, παρήγγειλα ροφό και έλειπε ένας διάκος. Ήρθες εσύ, εντάξει η πανήγυρη». «Έλεγε και άλλα τέτοια αστεία. Ύστερα μου είπε: «Θα μείνης εδώ απόψε».»Ήξερα ότι ο Γέροντας δεν κρατούσε κανέναν τη νύχτα μαζί του. Μόλις μου το είπε πέταξα από την χαρά μου.

»Πήγαμε στο Εκκλησάκι, με έβαλε και τακτοποίησα την Αγία Τράπεζα, ξεσκόνισα, σκούπισα τον διάδρομο, έκανα διάφορες δουλειές. Μέσα μου αισθανόμουν πολύ μεγάλη χαρά. Το μεσημέρι πήγαμε να φάμε. Έκανε τσάϊ, έφερε παξιμάδι και έβγαλε άγρια λάχανα από τον κήπο του.

»Μου έκανε εντύπωση όταν κάναμε την προσευχή. Ο Γέροντας είπε το «Πάτερ ημών...» σήκωσε τα χέρια του και το είπε με τόσο πόθο και τόσην ευλάβεια πού ήταν σαν να μιλούσε πραγματικά με τον Θεό.»Μετά με πήγε στο Κελλί και ξεκουράστηκα καμμιά ώρα. Ύστερα κάναμε τον μικρό Εσπερινό με κομποσχοίνι.

»Όταν τελειώσαμε μου είπε ο Γέροντας: «Κοίταξε, διάκο, τώρα θα κάνουμε αγρυπνία με κομποσχοίνι και το πρωΐ θα´ρθεί ο παπάς να μας λειτουργήση. Ξέρεις να κάνης κομποσχοίνι; Θα σου πώ τί θα κάνεις», και μου έδωσε ένα πρόγραμμα. Ήταν ένα σοφό πρόγραμμα για να μην νυστάξω την νύχτα. Μου είπε να κάνω ένα κομποσχοίνι τριακοσάρι λέγοντας το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Έπειτα να κάνω ένα κομποσχοίνι εκατοστάρι στήν Παναγία. Ένα κομποσχοίνι τριακοσάρι στον Χριστό για τους ζώντες. Ένα κομποσχοίνι εκατοστάρι στην Παναγία για τους ζώντες. Ένα κομποσχοίνι τριακοσάρι στον Χριστό για τους κεκοιμημένους. Ένα κομποσχοίνι εκατοστάρι στην Παναγία για τους κεκοιμημένους. Ένα κομποσχοίνι τριακοσάρι στον Τίμιο Σταυρό και μετά ένα τριακοσάρι «δόξα σοι, ο Θεός ημών, δόξα σοι». Πρώτη φορά άκουγα ότι γινόταν αυτό το πράγμα. Μου εξήγησε: «Αυτό το κομποσχοίνι είναι δοξολογία. Θα τα τελειώνεις και θ’ αρχίζεις από την αρχή».

»Μου είπε, «αν ακούσης κανένα θόρυβο, μην τρομάξης. Κυκλοφορούν εδώ αγριογούρουνα, τσακάλια κ.ά.». Με έβαλε στο μικρό Αρχονταρίκι του και είπε ότι κοντά στα μεσάνυχτα θα με φωνάξει να πάμε στην Εκκλησία να διαβάσουμε την θεία Μετάληψη.»Άκουγα τον Γέροντα κατά διαστήματα ν’ αναστενάζη βαθειά. Κάπου-κάπου χτυπούσε τον τοίχο και ρωτούσε: «Ε, διάκο, κοιμάσαι; Είσαι καλά;»

»Στις μία παρά, περασμένα μεσάνυχτα πήγαμε στο Εκκλησάκι. Με έβαλε στο μοναδικό στασίδι πού υπήρχε, και μου έδωσε ένα κερί να διαβάσω την Θεία Μετάληψη. Αυτός στεκόταν δίπλα μου, στ’ αριστερά και άρχισε να λέη τους στίχους: «Δόξα σοι, ο Θεός ημών, δόξα σοι». Κάθε φορά πού έλεγε τον στίχο έκανε τον σταυρό του και έσκυβε μέχρι κάτω.

»Όταν φθάσαμε στο τροπάριο «Μαρία Μήτηρ Θεού...», θυμάμαι ότι τόσο μόνο διάβασα, μετά το «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς», πού είπε ο Γέροντας, αισθάνθηκα ένα πράγμα... δεν ξέρω, δεν μπορώ να το εκφράσω και σταμάτησα. Άρχισε τότε να κουνιέται το καντήλι της Παναγίας, όχι απότομα, αλλά σταθερά διέγραφε μια κίνηση όσο είναι το πλάτος της εικόνος και όλο το Εκκλησάκι πλημμύρισε από φως. “Εβλεπα χωρίς την λαμπάδα και σκέφθηκα προς στιγμήν να την σβήσω.

»Γύρισα προς τον Γέροντα. Τον είδα να εχη τα χέρια του σταυρωμένα στο στήθος και σκυμμένον μέχρι κάτω. Κατάλαβε ότι ήθελα να τον ρωτήσω και μου έκανε νόημα να μην μιλήσω. Έμεινα στο στασίδι και ο Γέροντας σκυφτός δίπλα μου. Αισθανόμουν τόση αγάπη και ευλάβεια προς τον Γέροντα και ένιωθα ότι βρισκόμουν στον παράδεισο.

»Μείναμε σ´αυτήν την κατάσταση μισή, μια ώρα, δεν μπόρεσα ακριβώς να καταλάβω. Δεν ήξερα τί να κάνω. Ασυναίσθητα συνέχισα να διαβάζω από μόνος μου την Μετάληψη και όταν έφθασα στην ευχή «Από ρυπαρών χειλέων...», σιγά-σιγά έσβησε το φως πρώτα και μετά σταμάτησε να κουνιέται το καντήλι. Τελειώσαμε την Μετάληψη και βγήκαμε έξω στον διάδρομο. Με έβαλε να καθήσω σ’ ένα σκαμνάκι και αυτός κάθησε σ’ ένα μπαουλάκι σιωπηλός. Μετά από ώρα, τον ρώτησα:

– Γέροντα, τί ήταν αυτό το πράγμα;

– Ποιό πράγμα;

– Το καντήλι. Πώς κουνιόταν το καντήλι τόση ώρα;

– Τί είδες;

– Κουνιόταν το καντήλι της Παναγίας δεξιά-άριστερά.

– Μόνο αυτό είδες;

– Και φως. Άλλο;

– Δεν είδα άλλο τίποτε. (Ο Γέροντας για να ρωτάη τί άλλο είδα, φαίνεται ότι είδε κάτι παραπάνω).

– Καλά, δεν ήταν τίποτε.

– Πώς δεν ήταν τίποτε, Γέροντα; Κουνιόταν το καντήλι και είχε φως!

– Ε, δεν άκουσες πού γράφουν τα βιβλία, ότι η Παναγία γυρνάει όλα τα Κελλιά των μοναχών και βλέπει τί κάνουν; Ε, πέρασε και από δώ και είδε δυο παλαβούς και είπε να μας χαιρετίση και κούνησε το καντήλι της.

»Ὑστερα από μόνος του άρχισε να μου διηγήται διάφορες εμπειρίες του. Μου ανέφερε πώς είδε την αγία Ευφημία, και πολλά άλλα. Είχε αλλάξει όλη η διάθεση του. Μέχρι το πρωί μου μιλούσε πνευματικά. Μου τόνισε: «Σου τα λέω αυτά, διάκο, από αγάπη για να σε βοηθήσω, όχι να νομίσης ότι είμαι κάτι».

»Στις 5.30´ ήρθε ο παπάς και ο Γέροντας ήθελε να λειτουργήσω, αλλά εγώ δεν είχα διακονικά άμφια. Μου έφερε ένα στιχάρι παλαιό, έφερε ένα πετραχήλι, το έκανε οράριο και το έπιασε με παραμάνα, βρήκε κάτι επιμάνικα, μου τα τύλιξε στα χέρια. Ήμουν σαν παλιάτσος, αλλά ήταν η ωραιότερη Λειτουργία της ζωής μου. Ήμασταν μόνο οί τρεις μας.

»Με κράτησε μαζί του μέχρι το Σάββατο. Με έστειλε μια φορά στο Μπουραζέρι, να δώ τους πατριώτες μου και να μείνω το μεσημέρι για να φάω. Και άλλη μια φορά με έστειλε στην Σταυρονικήτα πάλι για να φάω, γιατί στο Κελλί του είχε μόνο τσάι και παξιμάδι».

Πηγή: Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, σελίδες: 256–261. Έκδοσις Καλύβης Αναστάσεως, Καψάλα, Άγιον Όρος, 2004.

Ο όσιος Παίσιος και η κοινωνική ευθύνη

«Αυτό το κράτος όλοι το πολεμάνε! Ο καθένας με τον τρόπο του... άλλος να μην πληρώσει φόρο... άλλος να μην κάνει καλά τη δουλειά του, την υπηρεσία του, να μή δουλεύει καλά η κρατική μηχανή, να πάει πίσω το εμπόριο, η οικονομία, όλα! Θέλουν να καταστρέψουν το Ελληνικό κράτος!»

Γράφει ο Αθανάσιος Ρακοβαλής

Μια φορά είχαν έρθει έξω από το χωριό μας οι αντάρτες. Έξω στο κρύο... πεινασμένοι... τους λυπήθηκα. Πήρα ένα ψωμί και πήγα να τους το δώσω. Άσχετο αν κυνηγούσαν στα βουνά τον αδερφό μου. Εγώ το καθήκον μου το έκανα.

– Πως σας δέχτηκαν γέροντα;

– Παραλίγο να έβρισκα τον μπελά μου. Δεν πίστευαν ότι βγήκα να τους δώσω να φάνε!

* * *

...Μια άλλη φορά κατέλαβαν το χωριό μας οι αντάρτες. Μας μάζεψαν σ’ ένα σπίτι, στριμωχτά, σαν σαρδέλες. Ξαπλώναμε πάνω στις πέτρες και τα πόδια του ενός στο κεφάλι του άλλου... για νάχουμε χώρο. Την άλλη μέρα μας περνάν από «Δικαστήριο». Εμένα θέλαν να μου κάνουν κακό αλλά δεν εύρισκαν αιτία. Φωνές, φοβέρες... Στο τέλος ένας συγχωριανός μου που έκανε τον δικαστή μου λέει άγρια:

– Γιατί ο αδελφός σου είναι με το Ζέρβα;

– Δεν μου λες, του λέω, είναι μεγαλύτερος ή μικρότερός μου ο αδελφός μου;

– Μεγαλύτερος, απαντάει.

– Ε! αφού είναι μεγαλύτερος θα δίνει λογαριασμό σε μένα τι κάνει;

Δεν έβρισκε τι να πή, έδωσε διαταγή να με κλείσουν σ’ ένα δωμάτιο μόνο μου. Τι τους έβαλε ο διάβολος να κάνουν. Επειδή αυτός ο συγχωριανός γνώριζε οτι εγώ είμαι της εκκλησίας, στέλνουν το βράδυ μέσα στο δωμάτιο δύο αντάρτισσες, σχεδόν γυμνές... Τάχασα.

– «Παναγιά μου βοήθα με» φώναξα. Αμέσως ένοιωσα τη βοήθεια του Θεού.

– Δηλαδή γέροντα τι έγινε;

– Να, τις έβλεπα απαθώς. Σαν να μην ήταν γυμνές... με αγνότητα. Όπως, ας πούμε έβλεπε ο Αδάμ την Εύα στον Παράδεισο, πριν από την πτώση. Αθώα, φυσικά... χωρίς πονηρία σαρκική.

– Και μετά, τι έγινε;

– Ε! μετά τις μίλησα με το καλό... «Κοπέλες, εσείς να κάνετε τέτοια πράγματα... δεν ντρέπεστε».

Στο τέλος ντράπηκαν... ντύθηκαν και βγήκαν εξω κλαίγοντας!! Βοήθησε η χάρις του Θεού!!

(σ. του γράφοντος: Ο γέροντας θάταν τότε γύρω στα είκοσι).

* * *

...Στο χωριό μας οι αντάρτες είχαν πειράξει μερικές οικογένειες. Όταν μετά ήρθε ο στρατός τότε μερικοί γύρεψαν εκδίκηση.

Πήγαν και πιάσανε τα σπίτια των αριστερών, τους δικούς τους, με κακό σκοπό. Μπήκα στην μέση. «Τί; τον Μωσαϊκό νόμο θα εφαρμόσουμε; Οφθαλμόν αντί οφθαλμού; Χριστιανοί δεν είμαστε;». Κόντεψα να πάθω και εγώ ζημιά!! Βλέπεις είχαν μεγάλο πόνο! Άλλος είχε χάσει γυναίκα, παιδί, αδελφόν είχαν μεγάλο πόνο οι άνθρωποι.

* * *

Κάποια φορά μου μήνυσε ο γέροντας να κατέβω στο κελλί του. Πήγα χαρούμενος που θα τον έβλεπα. Είχε κέφια, με κέρασε, και έκανε πολλά αστεία. Μετά μου είπε το λόγο που με φώναξε.

– Πάρε αυτό το γράμμα να το πάς στο μοναστήρι, στη Σουρωτή, μούδωσε το γράμμα,... περίμενε να φέρω και... γραμματόσημο!

Γέλασα! Το πήρα για αστείο! Άφού θα το πήγαινα εγώ προσωπικά, τι χρειαζόταν το γραμματόσημο; Γέλασε και ο γέροντας και συνέχισε τα αστεία. Έφερε το γραμματόσημο και το κόλλησε ηχηρά πάνω στο γράμμα, ενώ συνέχισε να λέει διάφορες έξυπνες παρατηρήσεις που με έκαναν να σκάω στα γέλια.

Αφού γελάσαμε και χαρήκαμε, ο γέροντας σοβαρεύτηκε και μου είπε:

– Σοβαρά το έβαλα το γραμματόσημο. Τον κοίταξα με απορία και συνέχισε.

– Ναί, σοβαρά... για να μην αδικήσω!

– Ποιόν ν’ αδικήσετε γέροντα;

– Το κράτος! Κανονικά έπρεπε να το στείλω με το ταχυδρομείο, να πληρώσω και να πάρει το κράτος το φόρο. Τώρα έτσι χωρίς γραμματόσημο, θα έκλεβα το φόρο από το κράτος!

– Μα γέροντα.. εδώ οι άλλοι κλέβουν τα πεντοχίλιαρα με τα πάμπερς! Εσείς για ένα γραμματόσημο σκάτε;

– Δεν έχει σημασία... Επειδή ο άλλος είναι κλέφτης να γίνω και εγώ;... Δηλαδή επειδή ο άλλος είναι φονιάς, να σκοτώσω; Δεν πάει έτσι το πράμα.

– Μα γέροντα εδώ όλοι κοιτάνε να κλέψουν το κράτος, τα χρήματα που μαζεύουν από τους φόρους... Έρχονται οι πλούσιοι, δήθεν ότι θα κάνουν κάποιο εργοστάσιο ή άλλη δουλειά, παίρνουν «επιδότηση» από το κράτος, δηλαδή τα χρήματα που μαζεύονται από τους φόρους, και μετά με διάφορους τρόπους, τα «τρώνε».

Βγάζουν μετά τα χρήματα στις τράπεζες του εξωτερικού, αγοράζουν διαμερίσματα στη Γενεύη, στο Παρίσι... Αυτό κάνουν οι πλούσιοι, οι πολιτικοί... όλοι που προσπαθούν να πάρουν κάποιο αξίωμα... Γιατί να πληρώνουμε φόρους; Για να τα κλέβουν αυτοί;

– Αυτοί που κάνουν αυτά τα πράγματα είναι οι χειρότεροι Έλληνες. Γι’ αυτό προσεύχομαι «να έρθει ένας αέρας». Να τους σηκώσει όλους αυτούς, πολιτικούς κ.λ.π. και να έρθουν άλλοι στα πράγματα... πιο τίμιοι. Εντάξει, να κάνει και ο πολιτικός μια βίλλα, δε βαριέσαι... ας κάνει!.. ΑΛΛΑ να ενδιαφερθεί και για τον τόπο, για την ΠΑΤΡΙΔΑ... να κάνει κάτι για το γενικό καλό...

Οι σημερινοί μόνο για το συμφέρον τους νοιάζονται... Αδιαφορούν τελείως για το γενικό καλό, για την Πατρίδα, για το Κράτος!

Πά! Πά! Πά! Κατάντια!

Παλιά υπήρχε και φιλότιμο. Προσπαθούσε ο άλλος που έπαιρνε ένα αξίωμα, να κάνει κάτι! Με ψήφισαν, σου λέει, με εμπιστεύθηκαν! Πολλοί μάλιστα έβαζαν και από την τσέπη τους για να γίνει κάτι καλό στο χωριό ή στην Πατρίδα... στο κράτος. Η Πατρίδα είναι σαν μεγάλη μάννα. Σκεπάζει με τις φτερούγες της όλους τους Έλληνες, να μπορούν να δουλεύουν, να ζουν ήσυχα, να λατρεύουν τον Θεό τους! Για σκέψου νάταν εδώ οι Τούρκοι; Να πηγαίνεις το πρωί στη δουλειά, στο χωράφι και να μην ξέρεις αν θα γυρίσεις ζωντανός! Να δουλεύεις και νάρχονται με το ζόρι να πάρουν τους κόπους σου... ή την γυναίκα ή το παιδί σου. Τα περάσαμε αυτά εμείς οι Έλληνες.

Ενώ τώρα υπάρχει το Ελληνικό κράτος και σκεπάζει τον καθένα με τις φτερούγες του και αισθάνεται ασφάλεια.

Αυτό το κράτος όλοι το πολεμάνε!! Βάλθηκαν να το καταστρέψουν!!. Ο καθένας με τον τρόπο του.. άλλος να μην πληρώσει φόρο... άλλος να μην κάνει καλά τη δουλειά του, την υπηρεσία του, να μή δουλεύει καλά η κρατική μηχανή, να πάει πίσω το εμπόριο, η οικονομία, όλα! Θέλουν να καταστρέψουν το Ελληνικό κράτος! Μασώνοι αυτοί που είπες εσύ και άλλοι πολλοί.

Αν δεν το στηρίξουμε και εμείς αυτό το κράτος, ποιός θα το στηρίξει;

– Καλά γέροντα... εμείς να πληρώνουμε τους φόρους για να τους «φάνε» οι άλλοι;

– Εμείς να κάνουμε το σωστό. Να κάνουμε το καθήκον μας... από κεί και πέρα άλλος έχει την ευθύνη.

Πηγή: Αθανάσιος Ρακοβαλής «Ο πατήρ Παΐσιος μου είπε...», εκδόσεις «Μέλισσα», Θεσσαλονίκη 1998

Για την πνευματική ζωή

Μια Επιστολή του Οσίου Παϊσίου

Ιερά Μονή Σταυρονικήτα, 18–11–68

Εν Χριστώ αδελφέ Ν, χαίρε εν Κυρίω πάντοτε και αγάλλου εν Αυτώ.

Έλαβα και την δεύτερην επιστολήν σας, η οποία μου διπλασίασε την χαράν μου. Σας ζητώ συγγνώμην που δεν μπόρεσα δυστυχώς να σας απαντήσω. Δόξα τώ Θεώ και εγώ υγιαίνω. Δεν θέλω να σας κουράσω με πολυλογίες, διότι συζητήσατε ασφαλώς με τον πατέρα Β. Δι’ αυτό έρχομαι να εκφράσω την γνώμην μου απ’ ευθείας στο θέμα σας.

Διά να αποφύγει κανείς το συναίσθημα, θα πρέπει να αποφεύγει πρώτα την μαλθακότητα όσο μπορεί. Και διά να αποφύγει και τα πρόσωπα, θα πρέπει να προσκολληθεί σε ουράνια και άυλα. Δι’ αυτό πολύ βοηθάει το να ελευθερώνεται κανείς όσο μπορεί από τα υλικά. Τα υλικά πράγματα έχουν πάντοτε και υλικές απαιτήσεις.

Η φυσική ζωή δεν συμβιβάζεται με την πνευματική ζωή. Διότι ένας πνευματικός άνθρωπος, εάν θελήσει να ζήσει φυσική ζωή σε αυτά που νομίζει ότι δεν βλάπτουν, θα καταλήξει στην παρά φύσιν μια μέρα χωρίς να το καταλάβει. Δι’ αυτό η ζωή των πνευματικών ανθρώπων θα πρέπει να είναι υπερφυσική, διά να μπορέσουν να ελευθερωθούν από την κοσμική ατμόσφαιρα και να κινούνται στον πνευματικό χώρο και να νιώθουν έντονα την παρουσία του Θεού και να φλογίζονται από έρωτα και να διερωτώνται εάν υπάρχει άραγε κάτι καλύτερο στον παράδεισο από αυτό που ζουν. Αυτά δυστυχώς θεωρητικά μόνον τα ξέρω. τα οποία σου γράφω από αγάπη.

Ο καλός Θεός πρώτα εξετάζει τη χωρητικότητα της καρδιάς και μετά στέλνει ανάλογα και την αγάπη Του. Όλα αυτά μπορεί να τα πετύχη ο άνθρωπος, μετά από τον κατά δύναμιν αγώνα, εφ’ όσον κατορθώσει να γνωρίσει το άτομό του. Όταν γνωρίσει το άτομό του, τότε του γίνεται η διάσπαση του ατόμου του και εκτοξεύεται στο πνευματικό διάστημα. Διότι όταν γνωρίσει το άτομό του, θέλει δεν θέλει θα ταπεινωθεί και όταν ταπεινωθεί, υποχρεωτικώς θα έλθει η Χάρις του Θεού στο πλάσμα Του. Τότε ο άνθρωπος θα φωτίζει χωρίς να θέλει και χωρίς να το νιώθει και έτσι θα δοξάζεται ο Θεός.

Με συγχωρείτε για την πολυλογία μου, αλλά από αγάπη κινούμενος. Έχετε ευχές από τους πατέρες.

Με αγάπη Χριστού

Μοναχός Παΐσιος

Πηγή: Γέροντος Παϊσίου, Αγιορείτου, Διδαχές και Αλληλογραφία, Εκδόσεις, Η Μεταμόρφωση του Σωτήρος, Μήλεσι 2007.

Η αδικία και ο Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης

Η αδικία, δυστυχώς, είναι φαινόμενο «από καταβολής κόσμου». Τη γεύθηκε ο ίδιος ο Θεάνθρωπος και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Ο άδικος άνθρωπος, εάν δεν ζητήσει συγχώρηση ταλαιπωρείται από τη συνείδησή του και επί πλέον από το γογγυσμό και την αγανάκτηση του αδικημένου.

Η αδικία, δυστυχώς, είναι φαινόμενο «από καταβολής κόσμου». Ο άδικος Κάϊν όχι μόνο φθόνησε, αλλά σκότωσε και τον δίκαιο αδελφό του Άβελ. Με άδικο τρόπο ο Ισαάκ πήρε τα πρωτοτόκια του αδελφού του Ησαύ. Αδικήθηκε από φθόνο ο πάγκαλος για τις αρετές του Ιωσήφ, ο αγαπημένος γιος του Ιακώβ, που τα αδέλφια του τον πούλησαν ως δούλο μακριά από την πατρίδα. Την άδικη φτώχεια έζησε ο Λάζαρος της παραβολής, με τη διαρκή πείνα, τις αρρώστιες και τα έλκη που του έγλυφαν οι σκύλοι βλέποντας την έκλυτη ζωή του πλουσίου με τα πολυτελή δείπνα, του οποίου όμως η εγκαρτέρηση τον έβαλε στην αγκάλη του Αβραάμ.

Τήν αδικία γεύθηκε ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Ιησούς. Αδικήθηκαν οι περισσότεροι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο οποίος στηλίτευε την ανηθικότητα και τη διαφθορά, κατήγγειλε την κοινωνική αδικία, στιγμάτισε την σπατάλη, την επίδειξη των πλουσίων και των αρχόντων, καταδίκασε τις αυθαιρεσίες του πολιτικού συστήματος, στράφηκε εναντίον του διεφθαρμένου κλήρου, πάντα με παρρησία και χωρίς να κατονομάζει ώστε να μην κηλιδώνονται προσωπικότητες, αλλά να στιγματίζονται οι πράξεις του. Μισούσε την αμαρτία και την αδικία, αλλά αγαπούσε τους αμαρτωλούς και τους άδικους. Στάθηκε δίπλα στους αδύνατους, τους ταπεινούς, τους αδικημένους, τους απλούς καθημερινούς συνανθρώπους του, που η υπεροψία και η αδικία των δυνατών συχνά καταδυνάστευε. «Επλήσθη η γη αδικίας» (Γεν.6:11), όπως ο ίδιος ο Θεός διαπιστώνοντας είπε στο Νώε, όταν ως μόνο δίκαιο παρώτρυνε να κατασκευάσει κιβωτό, για να σωθεί αυτός και η οικογένειά του από τον επερχόμενο κατακλυσμό.

Έρχεται τώρα διαχρονική η ερώτηση του Θεού μας να μας προβληματίσει. Λέει με το στόμα του προφήτη Ησαΐα: «Τι υμείς αδικείτε τον λαόν μου και το πρόσωπον των πτωχών καταισχύνετε;» (Ησ.3:15). Ο ίδιος ο Θεός θα έρθει δικαστής των αδικούντων, αυτών που άρπασαν και ερήμωσαν την κοινωνία, για να θησαυρίσουν οι ίδιοι προσωπικά.

Και, δυστυχώς, είναι διαπιστωμένο, ότι όταν οι άδικοι αντιμετωπίζονται από τα θύματά τους, εάν μάλιστα, όπως συμβαίνει, οι αδικούμενοι να είναι ασθενέστεροι και πτωχότεροι, προσπαθούν με φοβιστικές κραυγές και ύβρεις και συκοφαντίες να πνίξουν την αδύναμη φωνή τους. Και δεν φθανει ως εκεί η αδικία τους. Στα δικαστήρια μισθώνουν συνηγόρους και παρουσιάζουν ψευδομάρτυρες, ώστε μαζί με την αδικία να προσάψουν στα δυστυχή θύματα τους και την αισχύνη της συκοφαντίας. Έτσι με το νόμο η αδικία, η πλεονεξία και η αλαζονεία θριαμβεύουν. Η φωνή όμως του Θεού από τον ουρανό έρχεται δριμύτερη: «Γιατί αδικείτε τον λαόν μου»; Οι επίβουλοι των λαών, οι τύραννοι εσωτερικοί η εξωτερικοί, αυτοί που σήμερα τους καταπιέζουν και τους οδηγούν σε οικονομική κρίση, με σκοπό να τους υποδουλώσουν, δεν πρόκειται να ξεφύγουν από το βλέμμα του Δίκαιου Κριτή. Μπορεί να πάσχει για τις ανομίες του ο λαός του Θεού, αλλά και οι δυνάστες, οι αδικούντες δεν είναι καλύτεροι. Αυτοί πρώτοι δίδαξαν την ανομία και με τη δύναμη του πλούτου τους επέβαλαν τις απόψεις τους. Η καταπίεση και η αδικία τους θα είναι η ταφόπετρά τους. Η τελική κρίση, ο τελικός έλεγχος, η τελική εκδίκηση ανήκει σ’ Εμένα, λέει ο Κύριος: «Εμοί κρίσις (Ρωμ.ιβ:19).

Ο άδικος άνθρωπος, όπως και κάθε ένας που αισθάνεται ένοχος, εάν δεν ζητήσει συγχώρηση ταλαιπωρείται από τη συνείδησή του και επί πλέον από το γογγυσμό και την αγανάκτηση του αδικημένου. Δεν μπορεί να κοιμηθεί. Σαν να τον κτυπούν κύματα στριφογυρίζει και ανάπαυση δεν έχει. Είναι μυστήριο πράγμα το πως το πληροφορείται! Όπως ένας όταν αγαπά κάποιον και τον σκέφτεται με την καλή έννοια, εκείνος το πληροφορείται, έτσι και σ’ αυτή την περίπτωση ο γογγυσμός του άλλου τον αναστατώνει. Και μακριά να είναι, είτε στο Γιοχάνεσμπουργκ, είτε στην Αυστραλία, δεν μπορεί να ησυχάσει όταν αγανακτεί άλλος εξ αιτίας του.

Ακόμη και αν ο άνθρωπος είναι αναίσθητος, πάλι υποφέρει. Το πολύ-πολύ να καταφύγει σε καμμιά «ψυχαγωγία», για να ξεχασθεί. Όταν ο αδικημένος έχει συγχωρήσει τον ένοχο, αλλά έχει μείνει λίγη αγανάκτηση μέσα του, τότε και ο ίδιος ταλαιπωρείται σε ένα βαθμό, αλλά ο ένοχος ταλαιπωρείται πολύ από την αγανάκτηση του άλλου. Αν όμως ο ένοχος ζητήσει συγγνώμη και δεν του τη δώσει ο αδικημένος, τότε ταλαιπωρείται εκείνος. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φωτιά από το εσωτερικό κάψιμο της ψυχής, από τη συνείδηση. Τη βασανίζει και την τρώει συνέχεια με το σαράκι σε τούτη τη ζωή και πιο πολύ φυσικά θα την τρώει στην άλλη ζωή, την αιώνια, «ο ακοίμητος σκώληξ», αν δεν μετανοήσει ο άνθρωπος σ’ αυτή τη ζωή και δεν επιστρέψει τις αδικίες του στου συνανθρώπους του, έστω και με την αγαθή του προαίρετη, σε περίπτωση που δεν μπορεί με άλλο τρόπο.

Θυμάμαι ένα δικηγόρο που έκανε πολλές αδικίες, πόσο βασανίσθηκε στο τέλος της ζωής του. Εξασκούσε το επάγγελμα του σε μια επαρχία που είχε πολλούς κτηνοτρόφους. Εκεί, φυσικά, γίνονταν και αγροζημιές και πολλοί βοσκοί έτρεχαν σ’ αυτόν τον δικηγόρο, γιατί με πονηρά επιχειρήματα αυτός έπειθε και τον αγρονόμο και τον ειρηνοδίκη. Έτσι οι καημένοι οι γεωργοί πολλές φορές όχι μόνο δεν εύρισκαν το δίκαιο για τα σπαρτά που τους κατέστρεφαν τα κοπάδια, αλλά εύρισκαν και τον μπελά τους. Όλοι τον ήξεραν αυτό το δικηγόρο και κανείς τίμιος άνθρωπος δεν τον πλησίαζε.

Ακόμη και ο πνευματικός να δείτε τι συμβούλεψε έναν ευαίσθητο βοσκό. Ο βοσκός αυτός είχε ένα μικρό κοπάδι και μια σκύλα. Μια φορά που η σκύλα είχε γεννήσει, έδωσε τα κουταβάκια σε άλλους και κράτησε αυτός μόνο τη μάνα. Εκείνο το διάστημα είχε χαθεί μια προβατίνα και είχε αφήσει το αρνάκι της που θήλαζε. Αυτό επειδή δεν είχε μάνα έτρεχε πίσω από τη σκύλα και θήλαζε απ’ αυτήν, η οποια ένοιωθε και η ίδια ανακούφιση. Έτσι τα δύο ζώα είχαν συνηθίσει και το ένα εύρισκε το άλλο. Ο καημένος ο βοσκός, όσο και να προσπαθούσε να τα ξεχωρίσει, εκείνα έσμιγαν. Επειδή ήταν ευαίσθητος ο βοσκός σκέφθηκε να ρωτήσει τον πνευματικό, εάν τελικά τρώγεται το κρέας του αρνιού η όχι. Ο πνευματικός έχοντας υπ’ όψη του και τη φτώχεια του βοσκού σκέφθηκε λίγο και του είπε: «Το αρνί αυτό, παιδί μου, δεν τρώγεται, γιατί θήλασε από τη σκύλα, αλλά ξέρεις τι να κάνεις; Επειδή όλοι οι βοσκοί πηγαίνουν δώρα στο δικηγόρο τον δείνα αρνιά και τυριά, να του πας και συ αυτό το αρνί να το φάει. Μόνο αυτός έχει ευλογία να το φάει, γιατί όλος ο κόσμος γνωρίζει ότι είναι άδικος».

Όταν γέρασε πια ο άδικος δικηγόρος και έπεσε στο κρεββάτι, υπέφερε χρόνια από εφιάλτες και δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Τον χτύπησε και ημιπληγία και δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει. Προσπάθησε ο πνευματικός να τον κάνει τουλάχιστον να γράψει τις αμαρτίες του, αλλά είχε χάσει και τον έλεγχο. Έτσι αναγκάσθηκε να του διαβάσει την ευχή των Επτά Παίδων, για να κλείσει λίγο τα μάτια του και να κοιμηθεί. Του διάβασε και εξορκισμούς, για να γαληνέψει λίγο, μέχρι που αναπαύθηκε, και ας ευχηθούμε ο Θεός να τον αναπαύσει πραγματικά.

Πηγή: Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι, Με πόνο και άγάπη γιά το σύγχρονο άνθρωπο, Τόμος

Α´, Κεφάλαιο Δ´, ’Έκδοσις Ί. Ή.Άγίου Ίωάννου Θεολόγου, Σουρωτή.

Ο όσιος Παίσιος για την παιδική ψυχολογία

«...δεν φταίνε τα παιδιά. Σήμερα τα έχουν κλεισμένα μέσα στα διαμερίσματα και δεν έχουν χώρο να τρέξουν, να παίξουν. Ζορίζονται τα παιδιά.»

Γράφει ο Αθανάσιος Ρακοβαλής

Γέροντα, το παιδί ενός γνωστού μου κάνει συνέχεια σκανταλιές, φωνάζει, χτυπάει. Τι φταίει; τι να κάνει;

– Κοίταξε, δεν φταίνε τα παιδιά. Σήμερα τα έχουν κλεισμένα μέσα στα διαμερίσματα και δεν έχουν χώρο να τρέξουν, να παίξουν. Ζορίζονται τα παιδιά.

Δεν μπορούν να κινηθούν, να εκτονώσουν την ζωηράδα τους. Τρελλαίνονται, μετά χτυπάν το κεφάλι τους στον τοίχο! Τα παιδιά για να μεγαλώσουν φυσιολογικά θέλουν αυλή!

– Δηλαδή γέροντα, τα παιδιά στα διαμερίσματα αποκτούν ψυχολογικά προβλήματα;

– Έμ, εάν ζορίζεται, πιέζεται. Πολύ καλύτερα να υπάρχη μια αυλή! Αυτό είναι το φυσιολογικό.

Βλέπεις, αν πάς σε κάποιο σπίτι που έχει παιδιά και τα βρεις όλα τακτοποιημένα, στην εντέλεια, αυτό δεν είναι καλό. Σημαίνει στρατιωτική πειθαρχία, υπάρχει φόβος μέσα στην ψυχή των παιδιών. Καλύτερα είναι να ασχολείται η μάννα με την ανατροφή των παιδιών, να τους μιλάει, να τους διαβάζει για τους αγίους, για το Χριστό, παρά να ασχολείται με την τακτοποίηση και τα άψυχα πράγματα.

* * *

Σε έναν καθηγητή είπε:

– Όταν αποκτήσεις δικά σου παιδιά θα τα καταλαβαίνεις καλύτερα τα παιδιά στο σχολείο.

Όταν κανείς τ’ αγαπάει τα παιδιά, και όταν τα μαλώνει με καλωσύνη, το δέχονται τα παιδιά το καταλαβαίνουν αυτό!

* * *

Να μην δημιουργούνται αντιπάθειες στην ψυχή του καθηγητή με τα παιδιά. Και όταν μας κάνουν τη ζωή δύσκολη να γνωρίζετε ότι φταίτε. Δηλαδή τώρα ξεπληρώνετε αυτά που κάνατε άλλοτε.

Σήμερα έχει γίνει ένα μεγάλο άλμα και δεν καταλαβαίνουν οι γονείς τα παιδιά και τα παιδιά τους γονείς. Πρέπει να μπει κανείς στη θέση του άλλου και μετά θα συνεννοηθούν.

Πρέπει να τα δένουμε τα παιδιά, αλλά μαλακά. Να εγώ τις ντομάτες μου τις έδεσα με κορδέλλες. Αν τις έδενα με σύρμα τι θα γινόταν; Δεν θα τραυματίζονταν;

Φταίνε σήμερα και πολλές Χριστιανικές οικογένειες. «Εγώ εντάξει, τάσφιξα τα παιδιά μου, όχι σαν τα παιδιά του κόσμου και κοιμάμαι ήσυχος». Δεν είναι ότι τάσφιξε, έστω και παραπάνω από αδιακρισία, αλλά γιατί τόκανε. Αν τόκανε από φόβο για την αμαρτία, να τα γλυτώσει από την κόλαση, από φόβο Θεού, βοηθάει ο Θεός και δεν παθαίνει τίποτα το παιδί. Αν είναι από εγωισμό; Αν όμως γίνεται από νοοτροπία (Το δικό μου το παιδί δεν τόκανε αυτό;;!!). Ε, τότε δεν βοηθάει ο Θεός... για να διορθώσει τους γονείς.

* * *

– Γέροντα, σκέφτομαι στο καινούργιο σπίτι που θα χτίσω, στον κάτω όροφο να κάνω δύο διαμερισματάκια για τους γονείς και τα πεθερικά μου. Είναι καλά έτσι;

– Ναι, πολύ καλά!! Μπράβο που το σκέφτηκες. Είναι μεγάλη ευλογία από το Θεό να κοιτάει κανείς τους γονείς του.

Κι αν δεν σου φτάνουν τα λεφτά για το σπίτι θα βγάλω μια «απανταχούσα» και θα γυρίσω γύρω-γύρω το Άγιον Όρος για να σου φέρω. (Είχα λογισμό ότι δεν φτάνουν τα χρήματα, δεν είπα τίποτα, μόνος το κατάλαβε).

* * *

Γέροντα τα παιδιά πρέπει να τα δέρνουμε όταν κάνουν αταξίες;

– Να τα δέρνετε; πολύ ή λίγο; (Γελάει). Κοιτάξτε να δείτε και ο φόβος είναι φρένο και γλυτώνει το παιδί από πολλά, όταν δεν καταλαβαίνει.

Ας πούμε ότι το παιδί ανεβαίνει στην καρέκλα ψηλά. Δεν νοιώθει τον κίνδυνο. Άμα φάει ένα μπατσάκι από την μαμά, μετά πάλι θα θέλει ν’ ανέβει, θα κοιτάει δεξιά-άριστερά, να δει, «με βλέπουν;» κι αν δεν το βλέπει κανείς θα θυμάται το μπάτσο πούφαγε και θα μαζεύεται. Άσε να μην φάω κάνα μπάτσο, θα λέει, και έτσι ο φόβος γίνεται φρένο και γλυτώνει τα μωρά από πολλά.

Όταν όμως αρχίζουν τα παιδιά και καταλαβαίνουν πρέπει να καθόμαστε με το καλό και με υπομονή να τους εξηγούμε αυτά που μπορούν να καταλάβουν.

Οι γονείς καμμιά φορά κάνουν κακό στα παιδιά τους από την υπερβολική αγάπη που τους έχουν... Βλέπεις αν «εκτροχιασθεί» η αγάπη τότε κάνει κακό στο παιδί... Το «πνίγει» με την πολλή αγάπη. Είναι αρρωστημένο πράγμα.

Ευτυχώς μερικά παιδιά έχουν μέσα τους ανδρεία και γλυτώνουν... άλλα όμως καταστρέφονται... Βλέπεις θέλει και η αγάπη ένα φρένο... ένα μέτρο... Εγώ δεν θα γινόμουν καλός γονιός, μου λέει ο λογισμός, γιατί δεν θα μπορούσα να επιβληθώ στον εαυτό μου.

* * *

Καλό είναι η οικογένεια να έχει τον ίδιο πνευματικό. Ο άντρας, η γυναίκα, τα παιδιά, αυτό βοηθάει πολύ.

* * *

Τα μικρά παιδιά όταν διαβάζουν συναξάρια πολύ ωφελούνται. Επειδή είναι απλά έχουν πολλή πίστη. Έτσι αποκτούν καλές συνήθειες. Όταν αρχίσει κανείς από μικρός την πνευματική ζωή, από το δημοτικό ακόμα αυτός κάνει την πιο χαρούμενη ζωή. Γιατί μικρός έχει και την αμεριμνησία. Αποκτάει και καλές συνήθειες και συνεχίζει έτσι. Εγώ μικρός πέρασα τα καλύτερά μου χρόνια, πέμπτη-έκτη δημοτικού πετούσα. Μετά αν μεγαλώσει λίγο μπαίνει η καλή ανησυχία, τι θα γίνω, τι θα σπουδάσω κ.λ.π.

Μέχρι το ’40 που άρχισε ο πόλεμος με τους Ιταλούς, ήμουν 16 χρονών, τότε πέρασα τα καλύτερά μου χρόνια. Μετά ο πόλεμος τα χάλασε τα πράγματα. Είχαμε δυσκολίες.

Πηγή: Αθανάσιος Ρακοβαλής «Ο πατήρ Παΐσιος μου είπε...», εκδόσεις «Μέλισσα», Θεσσαλονίκη 1998

Ο όσιος Παίσιος για το γάμο και την οικογενειακή ζωή

Τα ζευγάρια που παντρεύονται πρέπει νάχουν τον ΙΔΙΟ πνευματικό. Να συμφωνήσουν από την αρχή για να μην έχουν ύστερα προβλήματα. Βλέπετε ο πνευματικός πολύ βοηθάει.

Γράφει ο Αθανάσιος Ρακοβαλής

Κάποια φορά, ο π. Παΐσιος μου διηγείτο πως του παρουσιάσθηκε η Παναγία μας, μέρα μεσημέρι, και τον βοήθησε σε μια ανάγκη που είχε. Συνομίλησαν μαζί για λίγα λεπτά.

– Πως αισθανθήκατε γέροντα; ρώτησα.

– Μεγάλη χαρά... όμως αισθανόμουν και ντροπήν δυσκολεύομαι... Μητέρα του Θεού είναι... με τον Άγιο Ιωακείμ και την Αγία Άννα κινούμαι πιο άνετα!

Ο γέροντας μου διηγήθηκε την εξής Ιστορία: «Μια φορά είχε έρθει εδώ ένας Ελληνοαμερικάνος γιατρός. Ορθόδοξος ήταν αλλά δεν είχε πολλά με την θρησκεία... Ούτε τη νηστεία της Παρασκευής δεν κρατούσε... ούτε πολύ πήγαινε στην Εκκλησία. Έζησε μια εμπειρία και ήθελε να τη συζητήσει. Ένα βράδυ ενώ προσευχόταν στο διαμέρισμά του «άνοιξε ο ουρανός». Ένα φως τον έλουσε, και χάθηκε το ταβάνι και οι σαράντα όροφοι από πάνω του. Βρισκόταν λουσμένος μέσα στο φως για πολλή ώρα, δεν μπορούσε να υπολογίσει πόσο!

Θαύμασα! Γιατί εννοιωσα και κατάλαβα ότι ήταν «εκ Θεού». Ήταν πραγματικόν Είδε το «άκτιστο φως». Τι έκανε στη ζωή του; Πως ζούσε και αξιώθηκε τέτοια θεία πράγματα;

Ήταν παντρεμένος, είχε γυναίκα και παιδιά. Του λέει η γυναίκα του· «Βαρέθηκα να ασχολούμαι με το σπίτι, θέλω να πηγαίνω καμμιά βόλτα». Ε! δεν δούλευε κιόλας, άρχισε να γυρίζει με τις φίλες της και να τον τραβάει κάθε βράδυ έξω. Μετά από λίγο διάστημα, του λέει· «θέλω να βγαίνω μόνη μου με τις φίλες μου». Το δέχτηκε και αυτό για χάρη των παιδιών του. Μετά, «θέλω να πάω μόνη μου διακοπές...». Τι να κάνει; της έδινε και λεφτά και το αυτοκίνητο.

Μετά ζήτησε να της νοικιάσει ένα διαμέρισμα να ζεί μόνη της, κουβαλούσε και τους φίλους της εκεί. Της μιλούσε, τη συμβούλευε, «βρέ τι θα νοιώθουν τα παιδιά μας;» Τίποτα αυτή. Στο τέλος του πήρε πολλά λεφτά και έφυγε. Στεναχωριόταν!

Μετά από λίγα χρόνια έμαθε ότι είχε καταντήσει πόρνη στα μαγαζιά του Πειραιά!

Στεναχωρέθηκε! Έκλαιγε! Σκεφτόταν να πάει να την βρει. Τι να της πεί όμως;..

Γονάτισε να προσευχηθεί: «Θεέ μουν φώτισέ με, τι να πών τι να κάνων για να σωθεί αυτή η ψυχήν». Βλέπεις την πονούσε. Ήθελε «να σωθεί αυτή η ψυχή». Ούτε αντρικός εγωισμός, ούτε μνησικακία, ούτε περιφρόνησην πονούσε για την κατάντια της. Ποθούσε την σωτηρία της. Τότε άνοιξε ο Θεός τον ουρανόν τον έλουσε με το φως Του.

Βλέπεις;ν Βλέπεις;ν Αυτός στην Αμερικήν σε τι περιβάλλον ζούσε;ν ενώ πόσοι ζούμε μέσα στο Άγιον Όρος, μέσα στους Αγίους, μέσα στην χάρη της Παναγίας και προκοπή δεν κάνουμε!

Δόξα τω Θεώ! Δόξα τω Θεώ!

* * *

– Γέροντα, πως πρέπει να είναι το ανδρόγυνο μεταξύ τους;

– Παντρέψου εσύ και τα λέμε.

– Δεν κάνει από τώρα;

– Να έχουν α)... β)... και καλή φαγωμάρα μεταξύ τους.

(σ.γ. Δηλαδή να προσπαθεί ο καθένας να παίρνει με χαρά τα βάρη πάνω του, και να ξεκουράζει τον άλλο. Να κουβαλήσει αυτός τα ψώνια για να ξεκουράσει τον άλλο, να κάνει το χατήρι του άλλου για να τον ικανοποιήσει, Χαρά να γίνεται η ανάπαυση του άλλου).

* * *

Όταν ήμουν ανύπανδρος συζητούσα τα θέματά μου με τον γέροντα και με νουθετούσε σχετικά. Έλεγε ο γέροντας:

«Καλό είναι ο άνθρωπος να παντρεύεται σε μικρή σχετικά ηλικία. Τότε το πράγμα έρχεται πιο φυσιολογικά. Προσαρμόζεται φυσικά και εύκολα ο ένας στον άλλο. Βλέπετε ζευγάρια που παντρεύτηκαν σε μικρή ηλικία διατηρούν, μέχρι τα γεράματά τους μέσα στην σχέση τους, μια παιδική απλότητα. Το ίδιο παρατηρεί κανείς και σε μοναχούς που ήρθαν μικροί στο Άγιον Όρος. Είναι σωστή η παροιμία που λέει: «’Η μικρός παντρέψου ή μικρός καλογερέψου».

Όταν μεγαλώσει ο άνθρωπος αρχίζει και δουλεύει πιο πολύ η λογική και όλα τα εξετάζει και όλα τα μετράει, έχει παγιωθεί και ο χαρακτήρας του... δύσκολα να προσαρμοσθεί.

Όταν φτάσει κανείς στα τριάντα, για να παντρευτεί, πρέπει... τριάντα να τον σπρώχνουν, όταν φτάσει στα σαράντα χρειάζεται... εξήντα να σπρώχνουν...

Δύσκολα να το πάρει απόφαση να μπει στο ζυγό. Να εσύ τώρα συνήθισες ρέμπελος. Και κάνεις σαν τα άγρια άλογα που πάνε να τους βάλουν χαλινάρι. Τινάζονται, κλωτσάνε, και... τρέχουν μακριά.

(Γελώντας) Την προηγούμενη μέρα από τον γάμο σου ή την κουρά σου, αν έρθω και σου κλείσω τη μύτη.. θα σκάσεις, θα κάνεις μπούμ!! (Γέλια).

* * *

– Γέροντα, μιά γνωστή μου έχει σχέσεις με κάποιον και σκέφτεται το γάμο.

– Αυτός το σκέφτεται, το θέλει;

– Έ!_ Λίγο.

– Για να παντρευτεί κανείς λίγο πρέπει να το θέλη πολύ.

* * *

Τα ζευγάρια που παντρεύονται πρέπει νάχουν τον ΙΔΙΟ πνευματικό. Να συμφωνήσουν από την αρχή για να μην έχουν ύστερα προβλήματα. Βλέπετε ο πνευματικός πολύ βοηθάει. Βλέπει τις ανωμαλίες και τα εξογκώματα και των δύο και τα «πελεκάει» ώστε να ταιριάξουν. Σαν δύο ξύλα που πρέπει να ενώσουν. Έγώ όταν ήμουν μαραγκός πελεκούσα τα ξύλα ώστε να ταιριάξουν καλά. Να κάθονται από μόνα τους. Ύστερα έβαζα ένα καρφάκι και δεν είχαν ανάγκη. Ενώ αν δεν ταιριάζουν δεν εφάπτονται καλά τα ξύλα και τα ζορίσεις νάρθουν στην θέση τους με καρφιά, κάποτε από την πίεση θα κλωτσήσουν.

Γι’ αυτό πρέπει ο «μαραγκός» νάχει και τα δύο ξύλα στα χέρια του. Για να βλέπει τι δουλειά γίνεται στο ένα, για να δουλέψει αντίστοιχα και το άλλο. Έτσι πρέπει να είναι και ο πνευματικός.

Πολύ βοηθάει ο πνευματικός. Πολλά ζευγάρια που ταίριαζαν, που παντρεύτηκαν από έρωτα, χώρισαν μετά, γιατί δεν βοηθήθηκαν από έναν καλό πνευματικό. Ένώ ζευγάρια που δεν ταίριαζαν, αλλά είχαν τον ίδιο πνευματικό, τα πήγαν μια χαρά.

* * *

Η γυναίκα όταν είναι έγκυος πρέπει να είναι ήρεμη, να διαβάζει το Ευαγγέλιο, να προσεύχεται, να λέει την ευχή. Έτσι αγιάζεται και το παιδί. Από τώρα αρχίζει η ανατροφή του παιδιού. Να προσέχεις να μην στεναχωρείς την έγκυο για κανένα λόγο.

* * *

(Όταν περίμενε η γυναίκα μου παιδί)

– Κοίταξε να μην την στεναχωρείς τώρα για τίποτα! Να προσέχεις πολύ!! Να της πείς να λέει την ευχή και να ψάλλει. Θα βοηθήσει αυτό πολύ το παιδί! Όχι μόνο τώρα αλλά και αργότερα.

Πηγή: Αθανάσιος Ρακοβαλής «Ο πατήρ Παΐσιος μου είπε...», εκδόσεις «Μέλισσα», Θεσσαλονίκη 1998

Οι νουθεσίες του γέρ. Παΐσιου και το νόμισμα της Πορταίτισσας

Να προσεύχεστε πρώτα για κείνους που σας έχουν αδικήσει, για κείνους που γίνονται αφορμή να δοκιμαζόμαστε... για να έχουμε τη χαρά να ξεπεράσουμε τη δοκιμασία, με νηστεία, με προσευχήν

Γράφει ο Νικόλαος Γιαννουλης Βερβεριδης τ. Επ. Καθηγητής Α.Τ.Ε.Ι.Θ.

Τελευταια Λογια Αγαπης

Κάπου εκεί, νομίζω πως κατάφερε να παρέμβει ο Θεοχάρης ένα ψηλό παλικάρι με πραγματικά γαλάζια μάτια, που με είχε βοηθήσει πολύ στην οργάνωση της αποστολής;

– Γέροντα, τι μπορούμε να κάνουμε εμείς; πως θα περιφρουρήσουμε τη ζωή μας;

Ο γέροντας Παΐσιος, πάντα με πατρικό χαμόγελο:

– Εσύ μην είσαι δεσμοφύλακας;

– Έχω στολή, απάντησε ο Θεοχάρης, αλλά στο γραφείο είμαι συνήθως με πολιτικά. Εργάζομαι στο Λογιστήριο των... Φυλακών στα Διαβατά Θεσ/ νίκης!

– Τι μπορείτε να κάνετε; Συνέχισε ο γέροντας

– Τι άλλο από το να προσπαθήσετε για το καλύτερο όπου κι αν είστε... Να προσεύχεστε πρώτα για κείνους που σας έχουν αδικήσει, για κείνους που... ξεχνάνε τα δανεικά που τους έχετε δώσει, για κείνους που γίνονται αφορμή να δοκιμαζόμαστε.... αυτά γίνονται, κατά θεία πάντα παραχώρηση, το μέσο της δοκιμασίας μας ακόμη και της πτώσης μας... για να έχουμε τη χαρά να ξεπεράσουμε τη δοκιμασία, να νοιώσουμε την ικανοποίηση κάθε φορά, με νηστεία, με προσευχή, με δάκρυα μετάνοιας να ξανασηκωθούμε και να συνεχίσουμε την πορεία μας, τον αγώνα μας...

Αλλά είχα αρχίσει να κοιτάζω, όσο γινόταν διακριτικά, το ρολόι μου. Η ώρα περνούσε τόσο απρόβλεπτα γρήγορα. Ήμασταν εκεί, κολλημένοι στα ευλογημένα κούτσουρα της αυλής κοντά δύο ώρες.

Είχαμε μια ώρα δρόμο για την Ιβήρων κι αφού προσκυνούσαμε μέρος των Ιερών Λειψάνων που θησαυρίζει η Μονή, όπως φυσικά και την εικόνα της Παναγιάς της “Παρταϊτισσας”, ακριβώς στη μια μετά το μεσημέρι είχαμε να προλάβουμε ένα σημαντικό ραντεβού.

Ήταν κανονισμένο να μας περιμένει “αρόδο” (στ’ ανοιχτά αραγμένο)το καΐκι “ΠΑΝΑΓιΑ” που θα’ παιρνε το ίδιο πρωί την αποστολή των φοιτητριών μας από την Ιερισσό. Ο ψαράς της Ιβήρων θα περίμενε με το μικρό σκάφος της Μονής για να μας μεταφέρει μετά τον απαραίτητο τελωνειακό έλεγχο στο “Παναγία” μια και ο καταστατικός χάρτης του Αγίου Όρους, δεν επιτρέπει σε πλεούμενα που μεταφέρουν έστω και μια γυναίκα να πλησιάσουν την ακτή περισσότερο από 500 μέτρα.

Έχοντας όλ’ αυτά κατά νου ήταν δικαιολογημένη η ανησυχία μου και ίσως να μην έχω καταγράψει κάποια από τα τόσο σημαντικά και πολύτιμα λόγια του γέροντα προς τους φοιτητές, που καρφωμένοι στα κούτσουρα έμοιαζε σαν να βγάλαμε ρίζες, αφού κανείς δεν κουνιόταν, κανείς δεν μιλούσε πια...

Όμως ο ίδιος ο γέροντας αντιλήφθηκε την ανησυχία μου:

– Ο Αρχηγός σας κοιτάζει τ’ ρολόι του. άντε να πάτε στην ευχή της Παναγίας μας ... και μην ξεχνάτε στην προσευχή σας και το φτωχό δούλο του Θεού Παϊσιο...

Έτσι λοιπόν, με την καρδιά γεμάτη από μια θέρμη πρωτόγνωρη, με τα μάτια πλημμυρισμένα από το φως των δικών του ματιών, που αντανακλούσαν το άπειρο φως τ’ ουρανού, με τη γλώσσα ίσως μουδιασμένη, φυλακισμένο αηδόνι, να θέλει να ψάλει στο δικό του ήχο την απέραντη αγάπη που νοιώθαμε για τον κόσμο, μέσα από την αγάπη της δικής του τόσο αθώας, τόσο ανθρώπινης καρδιάς.. Μόνο που για μας ήταν τόσο δύσκολο, όχι μόνο να συγχωρούμε αυτούς που μας έχουν αδικήσει, αυτούς που θέλησαν να χαλάσουν ίσως τη ζωή μας με κακία και φθόνο, αλλά και να μπορούμε και να τους αγαπούμε...

Στο μονοπατι του προσκυνητη!

Με τη σκέψη ν’ ανοίγει φτερά ψηλά στις κορυφές που μόνο η προσευχή να φτάσει μπορεί, το πλατύ μονοπάτι μας έφερε γρήγορα στη βορειοανατολική ακτή, στη Μονή των Ιβήρων. Περάσαμε πρώτα από το μικρό ξύλινο γεφυράκι, που στήθηκε με τη φροντίδα του ίδιου του γέροντα Παϊσιου, πάνω από το ρέμα που περνάει έξω από την Παναγούδα και φωτογραφηθήκαμε. Και λίγο πριν φανεί απ’ την πλαγιά το Μοναστήρι, σταθήκαμε για ευλογία στον γέροντα Μάξιμο, και στο ναϊδριο που έχτισε, όταν υπέργηρος πια, θέλησε ν’ αφήσει το διακόνημά του ως “προσμονάριος” της Παναγιάς της Πορταϊτισσας, σε ανάμνηση της “εμφάνισης” στον απελπισμένο προσκυνητή, που ο θυρωρός της Μονής, περνώντας τον για τσούρμο πειρατικού που υποκρίνονταν το ζητιάνο, του έκλεισε κατάμουτρα την μεγάλη πόρτα...

Τον πήρε το παράπονο κι όπως ανηφόριζε το μονοπάτι που οδηγεί από τη θάλασσα για της Καρυές, οι δυνάμεις του τον εγκατέλειψαν.

– Παναγιά μου,

ψιθύριζε μέσα από το κλάμα του.

– Μόνο να προσκυνήσω την εικόνα σου ήθελα και μια φέτα ψωμί, που έκανα τόσο ταξίδι από την Πόλη... Όλα τα χάρισα στους λιγότερο τυχερούς της ζωής.. και να τώρα που με έδιωξαν σα κλέφτη...

– Ποιος σε έδιωξε;

Ξαφνιάστηκε.! Ποια ήταν η Κυρά που του μιλούσε μες την ερημιά εκείνη;

– Συγνώμη Κυρά..

Ούτε που αναρωτήθηκε, τι γύρευε στο Άγιον Όρος μια γυναίκα... Αφού οι Αυτοκράτορες και Βασιλείς του Βυζαντίου το είχαν απαγορεύσει...

– Συγνώμη Κυρά.. ξύπνησε και το... μωράκι σας...

– Ποιος σε έδιωξε;

Άκουσε πάλι...

– Να, πήγα να προσκυνήσω στη Μονή των Ιβήρων εδώ κάτω, κι ο θυρωρός μ’ έδιωξε.. ούτε μια φέτα ψωμί δε μ’ έδωσε που του ζήτησα.

– Πάρε αυτό το χρυσό νόμισμα...

Άκουσε να λέει η “Κυρά”, που το ξεκρέμασε από το στήθος της και πήγαινε πάλι να χτυπήσεις την πορτάρα της Μονής των Ιβήρων..

– Δώσε το νόμισμα αυτό για να σου δώσουν να φας και να προσκυνήσεις... Εδώ θυρωρός και πορτάρισσα εγώ είμαι...

Και χάθηκε!..

Σαστισμένος, με τα μάτια ακόμη υγρά, μάζεψε τις δυνάμεις του και πίσω στο Μοναστήρι.. φτάνει έξω από τη μεγάλη κλειστή πορτάρα. Χτυπά δυνατά. Στο πορτόθυρο που ανοίγει, δείχνει το χρυσό νόμισμα.

– Να προσκυνήσω, να ξαποστάσω και πάλι να φύγω. Μόνος μου είμαι. Είμαι χριστιανός. Σας παρακαλώ.

Ο μοναχός από μέσα, αναγνωρίζει το νόμισμα.. Πριν λίγη ώρα ήταν στη θέση του.

– Που, που το βρήκες αυτό; Ρωτάει απορημένος...

– Να, μου το έδωσε μια Κυρά εδώ πιο πάνω..

Ανοίγει την πορτάρα διάπλατα, τον βάζει μέσα και τρέχει να χτυπήσει τα σήμαντρα. σα να έπιασε φωτιά.. Κατεβαίνουν οι πατέρες στην αυλή να δουν τι τρέχει.. Ο προσκυνητής με το νόμισμα στο χέρι επαναλαμβάνει συνέχεια από φόβο πως θα τον έβλεπαν ίσως για κλέφτη..

– • Μου το έδωσε σας λέω μια Κυρά εδώ πιο πάνω στο μονοπάτι.. Να μου δώσετε να φάω λιγάκι, να προσκυνήσω και να φύγω.. Πάρτε το, μου είπε πως αυτή είναι εδώ η πορτάρισσα.. Το είχε στο λαιμό της κρεμασμένο και μου τόδωσε.. δεν το έκλεψα σας λέω.. Εκείνη μου τόδωσε!..

Οι πατέρες της Μονής δεν αμφέβαλαν πως τους έλεγε την αλήθεια. Το ήξεραν το νόμισμα εκείνο.. ήξεραν και την.. “Κυρά” που είδε ο σαστισμένος ακόμη προσκυνητής. Φτάνουν στο παρεκκλήσιο. Ο προσμονάριος ξεκλειδώνει. Πώς έφυγε το νόμισμα πίσω από το κλειστό τζάμι της εικόνας της Παναγίας; Άνοιξαν και ενώ αρχίζουν μεγάλη παράκληση, τοποθετούν με δέος το νόμισμα πίσω στη θέση του, στο λαιμό δηλαδή της Παναγίας μας, όπου είναι και σήμερα!

Η παραπάνω ιστορία, φαίνεται εικονογραφημένη πια δεξιά και αριστερά στη μεγάλη στοά της εισόδου. Η εικόνα της “πορτάρισσας” δεν εξέρχεται του Αγίου Όρους, ούτε μετακινείται, παρά μόνο παραμονή της Κοίμησης τον 15 Αύγουστο, που γίνεται λιτανεία μέχρι το “Άγιασμα” στο σημείο που ο μοναχός Γαβριήλ την έβγαλε από τη θάλασσα, πριν από 1.000 χρόνια!

Δοκιμασίες και φόβοΐ: Μια κουβέντα με το Γέρ. Παΐσιο

«...ακόμη και αν μοιάζει να κυβερνάει την ανθρωπότητα στ’ αλήθεια ο.. Αντίχριστος, κατά παραχώρηση του Κυρίου και Παντοκράτορα Χριστού, εμείς, ο πιστός λαός του, με πίστη με καρτερία, θα συνεχίζουμε το ανηφορικό μονοπάτι της ζωής μας και της δοκιμασίας μας...»

Γράφει ο Νικόλαος Γιαννουλης Βερβεριδης τ. Επ. Καθηγητής Α.Τ.Ε.Ι.Θ.

Στο μεταξύ ο Μιχαλάκης όλο και στριφογύριζε στο δικό του κούτσουρο. Προσπαθούσε να διακόψει χωρίς αποτέλεσμα. Ώσπου κάποτε ακούγεται να ρωτάει.. κάπως πειραγμένος, ίσως που ήταν έξω από την κουβέντα:

– Γέροντα, έχω ακούσει πως τάχα ο Αντίχριστος λέει, είναι στο... κεφάλι κάποιου, που μόλις γίνει τριάντα χρονών θα κυβερνήσει τον κόσμο για τρία φοβερά χρόνια... Πόσα χρόνια μένουν ακόμη;..

Ο γέροντας Παΐσιος, σα να μην τον είχε ακούσει, συνέχιζε το συλλογισμό του προς εμάς:

– Έτσι λοιπόν παιδιά μου, μας δοκιμάζει και μας προστατεύει σαν καλός και στοργικός πατέρας που είναι.. Αλλά σε πολύ λίγο καιρό θα γίνονται και στην πατρίδα μας τόσα πολλά και φοβερά εγκλήματα, που ο κόσμος θ’ αρχίσει ν’ αμφιβάλλει για την ύπαρξη και την αγάπη του!... Πάει, θα λένε, δεν υπάρχει Θεός!..

Αλλά, ακόμη και αν μοιάζει να κυβερνάει την ανθρωπότητα στ’ αλήθεια ο.. Αντίχριστος, κατά παραχώρηση του Κυρίου και Παντοκράτορα Χριστού, εμείς, ο πιστός λαός του, με πίστη με καρτερία, θα συνεχίζουμε το ανηφορικό μονοπάτι της ζωής μας και της δοκιμασίας μας, και ατομικά όπως είπαμε, αλλά και συνολικά σα πιστός λαός του Θεού!.. Και όσο επιμένουμε, τόσο θα πέφτουν στο κεφάλι μας η κεραυνοί!.

Εκείνη τη στιγμή, μου φάνηκε πως με κοίταζε τόσο βαθειά, ώστε είχα την βεβαιότητα ότι τα μάτια του δεν ήταν καστανά, αλλά γαλάζια.. το χρώμα τ’ ουρανού!.. Συγχωρήστε μου να προσθέσω εδώ, ότι το βλέμμα εκείνο και τα λόγια του γέροντα για τις δοκιμασίες που μας περιμένουν, ήταν το στήριγμα μου στα δικαστήρια που ακολούθησαν για δήθεν παράβαση καθήκοντος, κάθε φορά που δεν μου επέτρεπαν οι “κληρωθέντες” δικαστές, ν’ αποδείξω το αντίθετο, ούτε σε μάρτυρες υπεράσπισης να μιλήσουν -φοιτητές, φοιτήτριες, συνάδερφοι καθηγητές και καθηγήτριες, παρά μόνο αυτούς της τάχα κατηγορίας, και μου αφαιρούσαν το λόγο ακόμη και την ιερή στιγμή και το.. Συνταγματικό δικαίωμα της απολογίας!..

Πρωτοδικεία, εφετεία, συνεχείς αναβολές, ώσπου, μετά από οκτώ ολόκληρα χρόνια (!) και με την παρέμβαση του Αρείου Πάγου, σ’ ένα νέο εφετείο με τακτικούς εφέτες αυτή τη φορά, άκουσα επιτέλους από μία εισαγγελέα που με μεγάλη υπομονή άκουγε αυτά που είχα να πω στις αναλυτικές ερωτήσεις της, όπως όμως και τους μάρτυρες, που έδειχνε πως είχε μελετήσει όλα τα έγγραφα των φακέλων, άκουσα λοιπόν την πρόταση της που μου έλυσε τα γόνατα και τα δάκρυα:

– Αθώος!

Περιττό βέβαια να συμπληρώσω ότι καταδικάστηκαν σε επόμενο δικαστήριο οι συκοφάντες εκείνοι, σε δύο χρόνια φυλάκιση, αλλά σε νέο εφετείο, και παρά το γεγονός ότι δεν ζήτησαν συγνώμη, βρήκα την δύναμη να ζητήσω την απαλλαγή τους, χωρίς καμιά φυσικά αποζημίωση για την ταλαιπωρία της υγείας μου όλα αυτά τα χρόνια, που συνέχιζα αδιαλείπτως τα διδακτικά μου καθήκοντα, και τα πολλά και παράλογα έξοδα των δικηγόρων, που καθυστέρησαν τις σπουδές της κόρης μου..

Για να γυρίσουμε όμως στο διάλογο με τον γέροντα Παίσιο, ο Μιχαλάκης επέμενε να διακόπτει:

– Και τι θα γίνει γέροντα με τον πόλεμο στη Βοσνία; Αν οι Σέρβοι προχωρήσουν νότια προς τα Σκόπια και τους Αλβανούς που ζουν εκεί, δεν θα κινηθεί και ο ελληνικός στρατός βόρεια να ελευθερώσει τα παλιά χωριά της Μακεδονίας;..

Ο αγαθός γέροντας, πάντα με χαμόγελο απαντούσε:

– Πω, πω, τι στρατηγικό σχέδιο που έχεις καταστρώσεις

(θυμίζω πως ο Μιχαλάκης ήταν πράγματι γυιός Στρατηγού..) αλλά ο νεαρός.. ατίθασος, δεν περίμενε ν’ ακούσει, συνεχίζοντας:

– Και τότε, αν μείνει η Θράκη αφύλακτη, αυτή δηλαδή που μας άφησαν, τι θα γίνει με τους Τούρκους: Δεν θα μπουν να πάρουν και την υπόλοιπη; Έτσι θα.. πάρουμε και την Πόλη;..

Ένας από τους συναδέρφους καθηγητές που μας συνόδευαν βρήκε την ευκαιρία να ρωτήσει κι αυτός για την τύχη κάποιου από τους.. πολιτικούς μας, αλλά και όλων των.. πολιτικών αρχηγών που μένουν αμέτοχοι σχεδόν στα φλέγοντα γεγονότα που έρχονται!

Και πάλι ο Μιχαλάκης ασυγκράτητος:

– Τι θα γίνει γέροντα, δεν μας είπατε... θα την.. πάρουμε την Πόλη; (!)

Και ο γέροντας, πάντα με χαμόγελο:

– Να την πάρουμε, να την πάμε πού; καλά δεν στέκεται εκεί; πάντως, -συνέχισεκάποτε, ένα μέρος τουλάχιστον δεν θα είναι πια της Τουρκίας, που θ’ αρχίσει να.. ροκανίζεται, να.. μαζεύει. Θα έρθουν οι λεγόμενες “μεγάλες” δυνάμεις, που τότε θα είναι.. πιο μεγάλες, και θα τους πουν, πως όταν οι λαοί της Βοσνίας ζητούσαν αυτοδιάθεση εσείς, χωρίς να συνορεύετε με αυτούς, τους υποστηρίξατε.. Τώρα ζητούν αυτοδιάθεση και περιοχές των Αρμενίων, των Κούρδων, δεν θα τους αφήσουμε να έχουν κι αυτοί μία δικιά τους πατρίδα;

Ευτυχώς, ο Μιχαλάκης δεν σηκώθηκε να ρωτήσει τι θα γίνει και με τους.. Παλαιστίνιους, που και αυτοί ζητάνε μια ελεύθερη πατρίδα -και όπως άκουσα από μια εκπρόσωπό τους σε παγκόσμιο συνέδριο ποιητών που συμμετείχα, “θέλουμε δύο μέτρα ελεύθερα γης για κάθε νεκρό μας!”.

Μας ανέφερε ακόμη ο γέροντας στην ζωηρή αυτή κουβέντα μας, για τις προσπάθειες των Ρώσων να καταλάβουν το Άγιο Όρος στο σύνολο του, να πάρουν το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο από την Κωνσταντινούπολη στη Μόσχα (την.. Τρίτη Ρώμη) και γενικά απευθυνόμενος στους φοιτητές ζήτησε ν’ ακούν τους Δασκάλους που θέλουν την προκοπή τους, και να προκόψουν με την αξία τους και μόνο.. γιατί αλλιώς βοηθούν στην καταστροφή της πατρίδας μας.. Πρόσθεσε ακόμη πως και οι πολιτικοί μας θ’ αλλάξουν και η Ελλάδα, θα γνωρίσει πάλι την αρχαία της δόξα.. χρειάζεται μόνο υπομονή και συνεχείς αγώνας.. πάντα με την βοήθεια της Παναγίας μας!

Ο Δεκάλογος: ένα άγνωστο κείμενο του Οσίου Παϊσίου

Τέλη Αυγούστου του 1998. Αγιονόρος, Καρυές, μεσημέρι. Μου λέει ξαφνικά ο λογισμός να πάω στα Κατουνάκια στον Άγιο Υπάτιο. Έκανα έντονη ευχή και ο λογισμός επέμενε καθαρός.

Πήρα το σακίδιο και έφυγα. Σταυρός, Καστανάρα, Αντίθωνας, Χωραφίνα. Περπατούσα αργά, για να είμαι το πρωΐ στα Κατουνάκια. Κατέβηκα στον Άγιο Παύλο, Νέα Σκήτη, Αγία Άννα, Μικρή Αγία Άννα, Κατουνάκια, Άγιος Υπάτιος ψηλά το πρωΐ. Πήγα παράμερα στα βράχια όπου καθόμουν κάθε που περνούσα, και συλλογιζόμουν τον λόγο του ερχομού μου. Σηκώθηκα απότομα και μπήκα στο κελλάκι στον διάδρομο. Στο δεύτερο βήμα κάτι συνέβη και σταμάτησα και στράφηκα αριστερά και βλέπω στον σοβά με κάρβουνο γραμμένο το παρακάτω κείμενο με κεφαλαία, ακριβώς στη διάταξη που το παραθέτω.

«Η αναζήτηση της τελειότητας του πνεύματος είναι η μόνη πράξη που δικαιώνει το ανθρώπινο γένος.

Αστόχαστε διαβάτη που δεν γνωρίζεις Συλλογίσου συνέχεια Εχθρός είναι:

Γνωρίζω ότι το κείμενο είναι του ΓεροΠαΐσιου

* * *

1

’Εκτενή βιογραφία του Γέροντα βλ. Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, Άγιον Όρος 2004.

2

Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Επιστολές, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 6 2002, σ. 178.

3

Βλ. τα Κοντάκια των εορτών τους.

4

Ισαάκ Σύρου, Λόγος 81, έκδ. Ι. Σπετσιέρη, σ. 306.

5

Βλ. Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, σ. 556.

6

Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Επιστολές, σ. 80.

7

Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, σ. 145.

8

Ο.π., σ. 550. Πρβλ. Γέροντος Παϊσίου, Λόγοι Α´. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο,Σουρωτή Θεσσαλονίκης 1998, σ. 184.

9

Ο.π., σ. 557.

10

Γέροντος Παϊσίου, Λόγοι ϛ´. Περί προσευχής, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 2012, σ. 128.

11

Ο.π.

12

Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, σ. 567.

13

Ο.π., σ. 710–711.

14

Ο.π., σ. 714.

15

Γέροντος Παϊσίου, Λόγοι Ε. Πνευματικός Αγώνας, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 2001, σ. 103–107.

16

Ιω. Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις τας Πράξεις 7, 2, PG 60, 65.

17

http://www.amen.gr/artide20356

18

Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Α’, Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο, εκδ. Ησυχαστηρίου Σουρωτής, 1999, σελ. 23.


Источник: Ο όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης // Πεμπτουσία. 2015. № 32. С. 2-48.

Комментарии для сайта Cackle